Το outsourcing είναι μια πρακτική οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας με ευρεία εφαρμογή στους παραγωγικούς τομείς, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα. Αφορά στην ανάθεση σε μια εξωτερική οντότητα της προμήθειας προϊόντων ή/και υπηρεσιών, τα οποία θα μπορούσαν να παραχθούν εσωτερικά όπως η παραγωγή ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων για λογαριασμό τρίτων (πχ. ζάντες ελαστικών, έτοιμα ενδύματα), η συσκευασία, ή ακόμα και η παραγωγή και διάθεση για λογαριασμό τρίτων (πχ. φάρμακα).
Ως υπηρεσία μπορεί να αφορά σε διάφορες επιχειρησιακές λειτουργίες της οικονομικής διαχείρισης (πχ. φορολογική συμμόρφωση), της διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού (πχ. μισθοδοσία, στελέχωση), της εφοδιαστικής αλυσίδας (πχ. μεταφορά και διανομή), της διαχείρισης εγκαταστάσεων (πχ. συντήρηση, επισκευές, καθαρισμός), αλλά και νομικές υπηρεσίες, πωλήσεις, μάρκετινγκ, κλπ. Στην πληροφορική, μπορεί να αφορά σε υπηρεσίες και συντήρηση εφαρμογών, εξοπλισμού και δικτύων (ERP, CRM, Data centres, Intranet, κλπ).
Ανερχόμενη διάσταση είναι η ανάθεση δραστηριοτήτων έντασης γνώσης και εξειδικευμένων συμβουλευτικών υπηρεσιών όπως η Έρευνα & Ανάπτυξη, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Τι πλεονεκτήματα παρέχει η υιοθέτησή του; Το outsourcing δημιουργεί αμοιβαία οφέλη, τόσο για τις αναλαμβάνουσες όσο και για τις αναθέτουσες επιχειρήσεις, αλλά και αυξάνει τις θέσεις εργασίας. Οι επιχειρήσεις, που αναλαμβάνουν εργασίες για λογαριασμό άλλων επιχειρήσεων διασφαλίζουν ροές εσόδων, και επιτυγχάνουν μειωμένα κόστη και βελτιωμένα περιθώρια κέρδους.
Παράλληλα, μειώνουν την αβεβαιότητα και επιτυγχάνουν καλύτερο στρατηγικό σχεδιασμό, εστιάζοντας σε εξειδικεύσεις, που εξελίσσονται σε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Για τις αναθέτουσες επιχειρήσεις πέρα από τη μείωση του λειτουργικού κόστους και των κεφαλαιουχικών δαπανών, απελευθερώνονται παραγωγικές δυνάμεις επιτρέποντας την επικέντρωση στις κρίσιμες για την επιχείρηση δραστηριότητες, μειώνονται οι χρόνοι ανταπόκρισης σε προκλήσεις, βελτιώνεται η πρόσβαση σε πόρους, τεχνολογία και δεξιότητες και τελικά αυξάνεται η επιχειρησιακή απόδοση.
Τι συμβαίνει στην Ευρώπη;
Ο σημαντικός ρόλος του outsourcing αναδεικνύεται και από τα διαθέσιμα στοιχεία από χώρε με υψηλό παραγωγικό δυναμικό. Ενδεικτικά, μελέτη σε δείγμα 1415 Βελγικών επιχειρήσεων δείχνει ότι οι επιχειρήσεις που κάνουν εκτεταμένο outsourcing επιτυγχάνουν διπλάσιο ρυθμό αύξησης της απασχόλησης έναντι αυτών που δεν εκχωρούν καθόλου εργασίες (20,8% έναντι 10,1%).
Επίσης, μελέτη σε δείγμα 1.100 Γερμανικών επιχειρήσεων έδειξε ότι η ανάθεση υπηρεσιών πληροφορικής (IT Outsourcing) αυξάνει κατά 6% το ρυθμό επιχειρηματικής μεγέθυνσης ενώ η αύξηση της απασχόλησης είναι κατά 10% υψηλότερη σε σχέση με τις επιχειρήσεις που δεν κάνουν outsourcing. Παράλληλα, ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO) εκτιμά ότι το 25% των νέων θέσεων εργασίας δημιουργούνται σε διεθνείς αλυσίδες αξίας.
Πώς ωφελούνται οι ελληνικές επιχειρήσεις;
Για τις ελληνικές επιχειρήσεις το outsourcing μπορεί να επιφέρει σημαντικά οφέλη και πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Η ανάληψη εργασιών αποτελεί διαβατήριο για τη διείσδυση σε νέες αγορές και αλυσίδες, καθώς ενισχύει την αξιοπιστία τους και διευκολύνει την πρόσβαση σε κεφάλαια, γνώση και τεχνολογία. Παράλληλα, η ανάγκη ένταξης σε διεθνείς καταλόγους πιστοποιημένων προμηθευτών επιταχύνει τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής και της διοίκησής τους. Παράλληλα, η ανάθεση εργασιών στρέφει τις επιχειρήσεις στη διατήρηση των θέσεων εργασίας σε τομείς υψηλής εξειδίκευσης και υψηλής προστιθεμένης αξίας όπως ο σχεδιασμός, η δημιουργία πρωτοτύπων και το branding.
Το Outsourcing μπορεί να αποτελέσει βασικό συστατικό στοιχείο της στρατηγικής διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων, και ιδιαίτερα των ΜμΕ, και συστατικό στοιχείο της στροφής προς ένα εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο το οποίο να δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας. Όταν, σύμφωνα με ΟΟΣΑ και ΠΟΕ μεταξύ 60% με 80% του παγκοσμίου εμπορίου εξυπηρετείται μέσω διεθνών δικτύων παραγωγής, η ένταξη των ελληνικών επιχειρήσεων σε αυτές της, ως εργολάβοι ή υπεργολάβοι, μεγαλύτερων διεθνών επιχειρήσεων, αποτελεί κρίσιμη παράμετρο.
Η κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα
Σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΒ σε 831 επιχειρήσεις του παραγωγικού τομέα, το 56,7% των επιχειρήσεων χρησιμοποιεί το outsourcing. Οι επιχειρήσεις αυτές απασχολούν περισσότερους εργαζόμενους, σκοπεύουν να τους αυξήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό από τις άλλες επιχειρήσεις, επενδύουν περισσότερο στον ανθρώπινο παράγοντα, και εφαρμόζουν εκτενέστερα τα σύγχρονα συστήματα και τις πρακτικές διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού. Παράλληλα, διαθέτουν μεγαλύτερη καινοτομική ικανότητα και ανταποκρίνονται ταχύτερα στις προκλήσεις της 4ης Βιομηχανικής επανάστασης.
Όμως, η Ελλάδα, παρά το πλεονέκτημα της γεωγραφικής της θέσης, δεν έχει ακόμα αξιοποιήσει επαρκώς τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται από τη διεθνοποίηση των συστημάτων παραγωγής με αποτέλεσμα την περιορισμένη συμμετοχή, ιδιαίτερα των ΜμΕ, στα διεθνή παραγωγικά δίκτυα. Σύμφωνα με μελέτη της EY για τον ΣΕΒ, μόλις το 0,8% του συνόλου των επιχειρήσεων εξάγουν στη μεταποίηση. Είναι ενδεικτικό ότι το 2015 η χώρα μας ήταν στην 23η θέση στην ΕΕ ως προς τον βαθμό συμμετοχής στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας μέσω εξαγωγών. Όπως μάλιστα αναδείχθηκε σε πρόσφατο Δελτίο του ΣΕΒ ο βαθμός διείσδυσης των ελληνικών προϊόντων στις παγκόσμιες αγορές παραμένει στάσιμος παρά την αύξηση των Ελληνικών εξαγωγών τα τελευταία χρόνια.
Επίσης, η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να αξιοποιήσει τη διαμορφούμενη τάση για επιστροφή παραγωγικών δραστηριοτήτων (reshoring) στην Ευρώπη, λόγω της αύξησης του αυτοματισμού και της ρομποτικής. Σύμφωνα με το European Reshoring Monitor την περίοδο 2014-2019 από τις 250 περιπτώσεις επαναφοράς παραγωγικών δραστηριοτήτων στην ΕΕ από τρίτες χώρες, μόνο μία αφορούσε μετακίνηση στην Ελλάδα.
Προτάσεις για τη βελτίωση του πλαισίου και την κινητοποίηση των επιχειρήσεων
Υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης μέσα από στοχευμένες δημόσιες πολιτικές, αλλά και την κινητοποίηση των επιχειρήσεων. Ο ΣΕΒ έχει εκπονήσει ευρύ φάσμα προτάσεων (βλ. εδώ) για επενδυτικά κίνητρα, την άρση των πολλών αντικινήτρων και γραφειοκρατικών εμποδίων που αντιμετωπίζει η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, τη μείωση του μη-μισθολογικού κόστους της εργασίας και του κόστους ενέργειας, τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ελληνικών επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση, και την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας.
Ταυτόχρονα, όμως, απαιτούνται και στοχευμένα μέτρα για τη στήριξη των επιχειρήσεων που διεκδικούν διεθνείς υπεργολαβίες, ενημέρωση για τις ευκαιρίες που ανοίγονται, συμβουλευτικές υπηρεσίες και υποστήριξη δικτύωσης και απόκτησης διεθνών πιστοποιήσεων, διευκόλυνση διεθνούς εμπορίου (τελωνεία, κλπ.), αναβάθμιση υποδομών μεταφοράς και τηλεπικοινωνιών, και ενθάρρυνση κάθετων και οριζόντιων συνεργασιών και προώθηση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας. Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι και η βελτίωση του πλαισίου εκτέλεσης συμβάσεων ως προς τα δικαιώματα εκμετάλλευσης παραγωγής, τις συμφωνίες αποκλειστικής διανομής, καθώς και προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας.