Όπως αναφέρει η εταιρεία Grant Thornton στη στήλη της Φοροδοξίες, η είσοδος νέου συνδικαιούχου σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό δεν αποτελεί από μόνη της φορολογητέα πράξη. Η φορολογητέα πράξη μπορεί να προκύψει εάν εν συνεχεία κάποιος συνδικαιούχος χρησιμοποιήσει τα χρήματα του κοινού τραπεζικού λογαριασμού (π.χ. μεταφέροντας τα σε ατομικό τραπεζικό λογαριασμό), εφόσον δεν είναι σε θέση να αποδείξει σε ενδεχόμενο έλεγχο ότι τα μεταφερόμενα χρήματα προέρχονται από την προσωπική του περιουσία. Στην περίπτωση αυτή θα επιβληθεί φόρος δωρεάς για τα ποσά που ο φορολογούμενος δεν καλύπτει με τα νομίμως φορολογηθέντα ή απαλλαγέντα εισοδήματά του.
Παροχή σε είδος συνιστούν πλέον (μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Κ.Φ.Ε. ν.4172/2013), οι συναλλαγές μεταξύ της επιχείρησης και του επιχειρηματία, του εταίρου, των μελών του διοικητικού συμβουλίου, των διευθυντών ή των εργαζομένων. Στην περίπτωση που δεν υφίσταται μεταξύ της επιχείρησης και του λήπτη έγγραφη σύμβαση δανείου, η οποία να φέρει βέβαιη ημερομηνία, το ποσό της συναλλαγής φορολογείται για το λήπτη ως εισόδημα από μισθωτή εργασία. Αντίθετα, στην περίπτωση που έχει συναφθεί δάνειο μεταξύ του φυσικού προσώπου και της εταιρείας, τότε υπολογίζονται τόκοι και μόνο η τυχόν διαφορά από το μέσο επιτόκιο αγοράς αντιμετωπίζεται ως παροχή σε είδος, ενώ οι διατάξεις περί χαρτοσήμου έχουν παράλληλη εφαρμογή. Να σημειωθεί ότι η προκαταβολή μισθού άνω των τριών μηνών, θεωρείται δάνειο.
Καταργήθηκε έτσι στην πράξη η δυνατότητα άτυπου δανεισμού μεταξύ εταιρείας και μετόχων, εργαζομένων κλπ. καθώς η φορολογική αντιμετώπιση των λεγόμενων «δοσοληπτικών λογαριασμών», άλλαξε ολοκληρωτικά με τις νέες διατάξεις. Υπό το προγενέστερο καθεστώς (ν.2238/1994), καμία φορολογική υποχρέωση δεν βάρυνε τους λήπτες των ποσών αυτών (ΠΟΛ.1162/2011) στα πλαίσια του άτυπου δανεισμού. Οι συγκεκριμένες συναλλαγές ελέγχονταν μόνο για το ενδεχόμενο υποκρυπτόμενων δανείων και, σε περίπτωση που αποδεικνυόταν ότι πρόκειται για δανεισμό των εταίρων, διαχειριστών, μετόχων, μελών Δ.Σ. από την επιχείρηση ή το αντίστροφο, τότε αναζητούνταν τα αναλογούντα τέλη χαρτοσήμου.
Το νέο καθεστώς φορολόγησης των «δοσοληπτικών λογαριασμών» ως παροχή σε είδος καταλαμβάνει τα ποσά που έχουν καταβληθεί ή πιστωθεί στα φυσικά πρόσωπα μετά την έναρξη ισχύος του νέου Κ.Φ.Ε. (1-1-2014), ανεξάρτητα από τον τρόπο καταβολής τους (με ή χωρίς δανειακή σύμβαση). Φαίνεται, πάντως, ότι η ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της διάταξης απαιτεί περαιτέρω διευκρινίσεις από τη φορολογική διοίκηση, καθώς εγείρονται ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί και άπτονται πρωτίστως ζητημάτων φορολογικού ελέγχου. Για παράδειγμα, προβληματίζει το γεγονός ότι, στην περίπτωση που δεν υφίσταται έγγραφη συμφωνία δανείου, το ποσό της συναλλαγής θα αντιμετωπισθεί ως παροχή σε είδος, ακόμη και εάν το ελεγχόμενο φυσικό πρόσωπο αποδεικνύει ότι το οικείο ποσό επεστράφη στην επιχείρηση, μέσα στην ίδια μάλιστα χρήση, και επομένως στην πράξη η συναλλαγή συνιστά αναμφίβολα δάνειο.
Δεν υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου η άτυπη σύμβαση δανείου μεταξύ ιδιωτών, αν η κατάρτιση και η εκτέλεσή της δεν έχει αποτυπωθεί εγγράφως καθώς στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται η προϋπόθεση του έγγραφου τύπου για την υπαγωγή της σύμβασης στα οικεία τέλη (ΔΕΔ 1809/2019). Στην περίπτωση που η σύμβαση δεν καταρτίσθηκε εγγράφως, σε αναλογικό τέλος χαρτοσήμου θα υπαγόταν η εκδιδόμενη απόδειξη εξόφλησης αυτής ή οποιαδήποτε άλλη σχετική προς τη σύμβαση έγγραφη απόδειξη, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει έγγραφο, που εν προκειμένω δεν υφίσταται, όπως έκρινε η ΔΕΔ αφού δεν καταρτίσθηκε εγγράφως σύμβαση δανείου, ούτε εκδόθηκε απόδειξη εξόφλησης. Πρόκειται για μια απόφαση που έρχεται σε συμφωνία με πάγια νομολογία του ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία δεν οφείλονται τέλη χαρτοσήμου κατά την κατάρτιση προφορικών συμφωνιών, έστω και αν η παράλειψη της έγγραφης σύμβασης έγινε σκόπιμα για την αποφυγή επιβολής των τελών χαρτοσήμου.
Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα των διαδικαστικών παραβάσεων στις εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις Ε9, οι οποίες υποβάλλονται από την 25η Απριλίου 2019 και αφορούν τα έτη 2014 και επόμενα, μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της Ελληνικής επικράτειας. Από την 1η Ιανουαρίου 2019 και εφεξής, όσοι έχουν μεταβολές στην ακίνητη περιουσία τους (σύσταση, απόκτηση κ.λπ.), υποχρεούνται να τις δηλώνουν υποβάλλοντας τη δήλωση Ε9 μέχρι την 31η Μαΐου του επόμενου έτους από την ημέρα της μεταβολής.
Οι κυρώσεις εις βάρος φορολογουμένου που έχουν αυστηρά προσωπικό χαρακτήρα, αποσβένονται μετά τον θάνατο του φυσικού προσώπου κατά του οποίου επιβλήθηκαν (ΣτΕ 1880/2014). Και η διοίκηση δέχεται ότι οι διοικητικές κυρώσεις, όπως τα πρόστιμα Κ.Β.Σ., που από την φύση τους συνδέονται άμεσα με το φυσικό πρόσωπο που τέλεσε τις φορολογικές παραβάσεις είναι ακληρονόμητες (ΠΟΛ 1113/2007). Μένει να διευκρινισθεί από τη διοίκηση και τα δικαστήρια, αν φορολογική οφειλή μπορεί να καταλογισθεί στους κληρονόμους του φορολογουμένου που αποβίωσε κατά το λόγο της κληρονομικής μερίδας του καθενός.
Δεν φορολογείται το κέρδος από την ακύρωση ιδίων μετοχών, ούτε αναγνωρίζεται φορολογικά τυχόν ζημία που μπορεί να προκύψει, καθώς το αποτέλεσμα που προκύπτει από παρόμοιες συναλλαγές δεν θεωρείται πως δημιουργεί λογιστικό ή φορολογικό αποτέλεσμα (ΔΕΔ 2723/2019). Κατά συνέπεια, τυχόν κέρδος ή ζημιές αναγνωρίζονται απευθείας στην καθαρή θέση της εταιρείας, χωρίς να επηρεάζονται τα αποτελέσματά της.