Την αποφασιστικότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να στηρίξει την Ευρωζώνη σε ό,τι αφορά τις οικονομικές συνέπειες της επιδημίας του κορονοϊού, εκφράζει η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ.
«Θα κάνουμε, στο πλαίσιο της εντολής μας, τα πάντα προκειμένου να στηρίξουμε τον ευρω-χώρο σε αυτή την κρίση, γιατί η ΕΚΤ είναι στην υπηρεσία των ευρωπαίων πολιτών», γράφει η κυρία Λαγκάρντ, σε άρθρο της που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της οικονομικής εφημερίδας «Handelsblatt». Η επικεφαλής της ΕΚΤ τονίζει ταυτόχρονα ότι αναμένεται σημαντική οπισθοχώρηση των οικονομικών επιδόσεων της Ευρωζώνης και παραδέχεται ότι ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας είναι «προσωρινά σε παράλυση», καθώς η σημερινή κρίση, σε αντίθεση προς αυτές του 2008 και του 2009, δεν αφήνει κανέναν ανεπηρέαστο, σε καμιά περιοχή του κόσμου. Επισημαίνει δε ότι η παρούσα κατάσταση απειλεί θέσεις εργασίας, αλλά και την ίδια την ύπαρξη πολλών επιχειρήσεων. Η πανδημία είναι «ένα εξαιρετικά βαρύ οικονομικό σοκ, το οποίο απαιτεί μια φιλόδοξη, συντονισμένη και άμεση αντίδραση της πολιτικής σε όλα τα μέτωπα», λέει χαρακτηριστικά.
Εκτός από τα μέτρα που αφορούν την δημόσια υγεία και τα δημοσιονομικά, η κυρία Λαγκάρντ τονίζει ότι ιδιαίτερη σημασία έχει πλέον και η νομισματική πολιτική. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας πρέπει να φροντίσει για ρευστότητα και για ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης για την οικονομία, αναφέρει η πρόεδρος της Τράπεζας και παραπέμπει στην απόφαση της ΕΚΤ για επαναγορά κρατικών ομολόγων σε ύψος 750 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το συγκεκριμένο εργαλείο, σύμφωνα με την κυρία Λαγκάρντ, ταιριάζει και στο συγκεκριμένο οικονομικό σοκ. Με αυτό θα αποτραπούν οι στρεβλώσεις στον καθορισμό τιμής των δανείων, εξηγεί και προσθέτει ότι τα εργαλεία της Τράπεζας είναι στημένα κατά τρόπο ώστε η ΕΚΤ να μπορεί να αντιδράσει στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. «Η Κεντρική Τράπεζα θα διασφαλίσει ότι όλοι οι τομείς της οικονομίας θα μπορέσουν να επωφεληθούν από τους ευνοϊκούς όρους δανεισμού, οι οποίοι θα τους επιτρέψουν να αντέξουν αυτό το σοκ», διαβεβαιώνει.
Μια ενδεχόμενη αυστηροποίηση των όρων χρηματοδότησης θα επιδείνωνε τη ζημιά από το σοκ του κορονοϊού, σε μια εποχή κατά την οποία η οικονομία χρειάζεται μεγαλύτερη στήριξη, προειδοποιεί η κεντρική ευρωπαία τραπεζίτης.
Αναφερόμενη στο πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ που ανακοινώθηκε χθες, η πρόεδρος της ΕΚΤ εξηγεί ότι θα είναι διαθέσιμο μέχρι το τέλος του έτους, επιπλέον των 120 δισεκατομμυρίων που είχαν αποφασιστεί στις 12 Μαρτίου. Συνολικά, πρόκειται για το 7,3% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης και «ο στόχος είναι να ξεπεράσουμε αυτή την άνευ προηγουμένου κατάσταση, στην οποία βρίσκεται τώρα η Ευρωζώνη», διευκρινίζει και προσθέτει ότι είναι διαθέσιμο για όλες τις χώρες και θα παραμείνει σε ισχύ «μέχρι να πειστούμε ότι η κρίση του κορονοϊού έχει τελειώσει».
Η πρόεδρος της ΕΚΤ διαβεβαιώνει επιπλέον ότι εάν η Τράπεζα διαπιστώσει ότι κάποιοι από τους αυτοπεριορισμούς της την εμποδίζουν να ενεργήσει όπως είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση της εντολής της, τότε το Συμβούλιο της ΕΚΤ θα εξετάσει το ενδεχόμενο να αναθεωρήσει αυτούς τους περιορισμούς προκειμένου να είναι εφικτή η ανταπόκριση στον κίνδυνο που αντιμετωπίζουμε.
«Είμαστε απολύτως έτοιμοι να αυξήσουμε τα προγράμματά μας για αγορά ομολόγων και να τα προσαρμόσουμε στον βαθμό που είναι απαραίτητο και για όσο διάστημα χρειαστεί. Θα εξετάσουμε όλες τις επιλογές και τις δυνατότητες προκειμένου να στηρίξουμε την οικονομία σε αυτό το σοκ», υπογραμμίζει η Κριστίν Λαγκάρντ και υπενθυμίζει ότι η Τράπεζα διαθέτει ρευστότητα μέχρι το ποσό των τριών τρισεκατομμυρίων ευρώ με το χαμηλότερο επιτόκιο που προσέφερε ποτέ, 0,7%.
Ανοικτό αφήνει το ενδεχόμενο να αυξηθεί περαιτέρω το ποσό των ομολόγων που θα αγοράσει η ΕΚΤ από την αγορά η επικεφαλής της Κριστίν Λαγκάρντ.
Σε άρθρο που δημοσιεύται αύριο σε σειρά ευρωπαικών εφημερίδων η πρόεδρος της ΕΚΤ επισημαίνει ότι «είμαστε απολύτως έτοιμοι να αυξήσουμε το μέγεθος των προγραμμάτων μας για την αγορά στοιχείων ενεργητικού και να προσαρμόσουμε τη σύνθεσή τους, όσο χρειαστεί και για όσο χρειαστεί. Θα διερευνήσουμε όλες τις επιλογές και όλα τα ενδεχόμενα προκειμένου να στηρίξουμε την οικονομία ώστε να ξεπεράσει αυτήν τη διαταραχή.»
Η ίδια προειδοποιεί ότι «η οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη η οικονομική δραστηριότητα θα μειωθεί σημαντικά και δημόσιες πολιτικές δεν μπορούν να αποτρέψουν αυτήν την εξέλιξη”. Η Κριστίν Λαγκάρντ διαβεβαιώνει ότι ” η ΕΚΤ θα κάνει ό,τι χρειαστεί στο πλαίσιο της εντολής της για να βοηθήσει τη ζώνη του ευρώ να ξεπεράσει αυτήν την κρίση, επειδή η ΕΚΤ υπηρετεί τους Ευρωπαίους πολίτες.»
Αναλύοντας τους λόγους για τους οποίους η ΕΚΤ απεφάσισε την Τετάρτη το νέο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας με συνολικό ύψος 750 δισεκ. ευρώ και διάρκεια μέχρι το τέλος του έτους,, μεταξύ άλλων αναφέρει ότι οι δημόσιες πολιτικές το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να διασφαλίσουν ότι η κάμψη της δραστηριότητας δεν θα διαρκέσει περισσότερο και δεν θα έχει μεγαλύτερο βάθος από όσο χρειάζεται. Συνολικά, μαζί με τις αγορές των 120 δισ.ευρω που ειχαν αποφασιστεί το ποσό που θα “ρίξει” στην αγορά¨η ΕΚΤ αντιστοιχεί σε 7,3% του ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ.
Επιπροσθέτως, η ΕΚΤ θα χορηγήσει ρευστότητα ύψους έως και 3 τρισεκ. ευρώ, την οποία προσφέρει μέσω των πράξεων αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, μεταξύ άλλων, με το χαμηλότερο επιτόκιο που έχει καθοριστεί μέχρι σήμερα (-0.75%). Η προσφορά κεφαλαίων με επιτόκιο χαμηλότερο από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ επιτρέπει στις νομισματικές αρχές να μεγενθύνουνν τον τονωτικό αντίκτυπο των αρνητικών επιτοκίων και να διοχετεύσει κεφάλαια απευθείας σε αυτούς που μπορούν να ωφεληθούν περισσότερο. Οι ευρωπαϊκές αρχές τραπεζικής εποπτείας αποδέσμευσαν επίσης επιπλέον τραπεζικά κεφάλαια τα οποία εκτιμώνται σε περίπου 120 δισεκ. ευρώ και μπορούν να στηρίξουν σημαντικά την ικανότητα των τραπεζών της ζώνης του ευρώ να χορηγούν δάνεια.
Η ίδια υποστηρίζει ότι “σε αντίθεση με την περίοδο 2008-2009, η διαταραχή που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι καθολική: είναι η ίδια για όλες τις χώρες και τα τμήματα της κοινωνίας. Όλοι μας καλούμαστε να περιορίσουμε τις καθημερινές δραστηριότητές μας, άρα και τις δαπάνες μας, για όσο χρονικό διάστημα θα διαρκέσουν τα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης της νόσου. Ουσιαστικά, για μια προσωρινή περίοδο, ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας θα παραμείνει κλειστό.”
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ