H αγορά φιλοξενίας στην Ελλάδα έχει γνωρίσει σημαντική άνοδο, ειδικά τα τελευταία τρία χρόνια, με την ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών κινήσεων να καλπάζει. Η αυξημένη κινητικότητα για την οποία γίνεται λόγος, προέκυψε ως αποτέλεσμα τριών βασικών λόγων. Πρώτον, διότι η χώρα μας θεωρείται όχι μόνο από τους κορυφαίους, αλλά κι από τους ασφαλέστερους τουριστικούς προορισμούς. Δεύτερον, κύριος παράγοντας δραστηριοποίησης και εισόδου διεθνώς αναγνωρισμένων φορέων, ήταν η πρόοδος που παρατηρήθηκε στον τομέα των υποδομών και των έργων. Τρίτον, οι νέες προσπάθειες που προωθήθηκαν για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τα παραπάνω, λοιπόν, ήταν τα στοιχεία εκείνα που έδωσαν τη μεγαλύτερη ώθηση στον κλάδο της φιλοξενίας και των τουριστικών επενδύσεων.
Κατά την επταετία 2007-2017, σύμφωνα με το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδας, η αύξηση των κλινών 5άστερων ξενοδοχείων έφθασε το 30%, ποσοστό μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία ξενοδοχείων. Ενώ την ίδια περίοδο, ο αριθμός των κλινών 1άστερων και 2άστερων ξενοδοχείων μειώθηκαν, αντίστοιχα, κατά 5% και 11%. Τα ξενοδοχεία 5 αστέρων βρίσκονται κατά βάση στους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της χώρας, όπως χαρακτηριστικά θεωρούνται το Νότιο Αιγαίο, η Κρήτη, το Ιόνιο, η Αττική και η Κεντρική Μακεδονία. Μάλιστα, τα στοιχεία δείχνουν ότι το 77% του συνολικού αποθέματος της χώρας βρίσκεται στους 5 μεγάλους τουριστικούς προορισμούς που προαναφέραμε, οι οποίοι σύμφωνα με την έρευνα INSETE, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 80% της οικονομικής δραστηριότητας της ξενοδοχειακής βιομηχανίας.
Επίσης, με βάση έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδας, οι εισερχόμενες τουριστικές εισροές για την περίοδο Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2018 ανήλθαν σε 25,9 εκατ. επισκέπτες. Ποσοστό δηλαδή αυξημένο κατά 10,3% από την αντίστοιχη περίοδο του 2017 και ήδη, υψηλότερο κατά περίπου 10% σε σχέση με το 2016. Στο κομμάτι των αεροπορικών αφίξεων, το 2018 παρατηρήθηκε επίσης αύξηση κατά 2,5 εκατομμύρια επισκέπτες (32,5 εκατ. πέρσι, έναντι περίπου 30 εκατ. το 2017). Στρατηγικής σημασίας εξέλιξη για την ενίσχυση της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού, παράλληλα, ήταν η υπαγωγή των 14 περιφερειακών αεροδρομίων στη Fraport Hellas, έπειτα από τη συμφωνία και την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων ανάμεσα στο ελληνικό κράτος και τη γερμανική αεροπορική εταιρεία.
Όπως είναι αυταπόδεικτο, ο τουρισμός καθίσταται ίσως (αν όχι σίγουρα) ο σημαντικότερος τομέας για την εθνική οικονομία και συνιστά στρατηγική επιλογή, η στήριξή του από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Αυτό το επιβεβαιώνουν κι οι αριθμοί. Εκθέσεις των τραπεζών δείχνουν ότι στον τουρισμό διατίθενται περί τα 7,43 δισ. ευρώ, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την ενίσχυση σε άλλους τομείς της οικονομίας όπως η μεταποίηση, το εμπόριο, οι μεταφορές και οι κατασκευές.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που χρηματοδότησε το ΣΕΤΕ, ο ξενοδοχειακός τομέας πραγματοποιεί κύκλο εργασιών 5,7 δισ. ευρώ (3,5% του ΑΕΠ) και τα τελευταία χρόνια έχει λάβει επενδύσεις ύψους άνω των 2 δισ. ευρώ. Οι περισσότερες εκ των οποίων αφορούν ξενοδοχεία 4 και 5 αστέρων, στους πέντε προορισμούς-σημεία «κλειδιά», που όπως τονίστηκε και παραπάνω, απορροφούν περισσότερο από το 70% της σχετικής εθνικής οικονομικής δραστηριότητας.
Συνολικά, επομένως, παρατηρείται μία εξωστρέφεια της οικονομίας όσον αφορά τον κλάδο της φιλοξενίας και του τουρισμού. Οι ροές νέων επισκεπτών αυξάνονται και ανάλογα γοργά, πληθαίνουν κι οι ξενοδοχειακές επενδύσεις στην Ελλάδα. Είτε αυτές αφορούν πολυτελείς αλυσίδες κορυφαίων brand σε νησιά, είτε στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας.
Χρήστος Δημόπουλος-bizness.gr