Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε έκθεση από την οποία προκύπτει ότι η ενεργός επιβολή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο, στον φαρμακευτικό κλάδο συμβάλλει στην παροχή οικονομικώς πιο προσιτών φαρμάκων και περισσότερων επιλογών για τους ασθενείς και τα συστήματα υγείας, ενώ προωθεί και την περαιτέρω καινοτομία.
Η Επίτροπος Μαγκρέιτε Βέστεϊγιερ, αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, δήλωσε: «Μία από τις κύριες προκλήσεις και τους στόχους της Ευρώπης είναι να παρέχεται στους Ευρωπαίους ασθενείς και τα συστήματα υγείας πρόσβαση σε οικονομικώς προσιτά και καινοτόμα φάρμακα. Με την έκθεση που δημοσιεύεται σήμερα παρέχονται βασικές πληροφορίες σχετικά με το πολύτιμο έργο που επιτελούν οι αρχές ανταγωνισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη, ώστε να διασφαλίσουν ότι οι φαρμακευτικές αγορές συμβάλλουν στην επίτευξη αυτού του στόχου. Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να δίνουμε υψηλή προτεραιότητα στο έργο μας σε αυτόν τον τομέα.»
Η έκθεση παρέχει επισκόπηση της επιβολής των αντιμονοπωλιακών κανόνων και των κανόνων συγκεντρώσεων στον φαρμακευτικό κλάδο και περιγράφει με ποιον τρόπο η επιβολή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού έχει συμβάλει στην ενίσχυση της πρόσβασης των Ευρωπαίων ασθενών σε οικονομικώς προσιτά και καινοτόμα βασικά φάρμακα. Η έκθεση επικεντρώνεται στην περίοδο μετά το 2009, όταν η Επιτροπή διεξήγαγε έρευνα σχετικά με τον ανταγωνισμό στον φαρμακευτικό κλάδο.
Η Επιτροπή συνέταξε την έκθεση σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού των 28 κρατών μελών της ΕΕ, με τις οποίες συνεργάζεται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού.
Με βάση τις πληροφορίες που αντλούνται από την έκθεση, η Επιτροπή και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού θα συνεχίσουν τις προσπάθειες τους για την επιβολή της νομοθεσίας στον φαρμακευτικό κλάδο, ένα θέμα που εξακολουθεί να είναι υψηλής προτεραιότητας, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας του κλάδου τόσο από οικονομική άποψη όσο και από την άποψη των επιπτώσεών του στην ευημερία και τη ζωή των ανθρώπων.
Κύρια πορίσματα της έκθεσης
Δίκαιες τιμές για φάρμακα
Όσον αφορά τις αντιανταγωνιστικές συμφωνίες και τις περιπτώσεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, από το 2009, η Επιτροπή και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού έχουν διερευνήσει πάνω από 100 υποθέσεις και έχουν εκδώσει 29 αποφάσεις κατά παραβατικών πρακτικών στην προμήθεια φαρμάκων:
- στις υποθέσεις αυτές, οι αρχές ανταγωνισμού έχουν διερευνήσει τις αντιανταγωνιστικές πρακτικές που συνεπάγονται αύξηση των τιμών των φαρμάκων και έχουν επιβάλει σχετικές κυρώσεις.
- Οι αντιανταγωνιστικές πρακτικές ήταν κυρίως οι ακόλουθες: i) πρακτικές αποκλεισμού για να καθυστερήσει η είσοδος γενοσήμων στην αγορά, ii) πρακτικές καταμερισμού της αγοράς / καθορισμού των τιμών και iii) συμφωνίες αντίστροφης πληρωμής («pay-for-delay»), κατά τις οποίες εταιρείες παραγωγής πρωτότυπων σκευασμάτων και εταιρείες γενοσήμων συνέπρατταν για να παρεμποδίσουν την είσοδο των γενοσήμων στην αγορά και, στη συνέχεια, μοιράζονταν τα κέρδη που αποκόμιζε η εταιρεία παραγωγής πρωτότυπων σκευασμάτων από αυτήν την πρακτική. Ορισμένες έρευνες αφορούσαν iv) τη χρέωση υπερβολικά υψηλών τιμών για φάρμακα των οποίων η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας έχει λήξει.
- Με τις αποφάσεις αυτές επιβλήθηκαν πρόστιμα που υπερβαίνουν συνολικά το 1 δισ. EUR ή ανελήφθησαν δεσμευτικές υποχρεώσεις από τις εταιρείες για την επανόρθωση της αντιανταγωνιστικής τους συμπεριφορά.
Η αύξηση των τιμών μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα συγκεντρώσεων φαρμακευτικών εταιρειών, στο πλαίσιο των οποίων ενισχύεται η τιμολογιακή ισχύς της εταιρείας που προκύπτει από τη συγκέντρωση. Για να αποτρέψει τον υπερβολικό βαθμό συγκέντρωσης στις φαρμακευτικές αγορές, η Επιτροπή εξέτασε πάνω από 80 συγκεντρώσεις στον φαρμακευτικό κλάδο. Εντοπίστηκαν προβλήματα ανταγωνισμού σε 19 υποθέσεις, στις οποίες οι συγκεντρώσεις θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε αυξήσεις τιμών, ιδίως για τα γενόσημα ή τα βιοομοειδή προϊόντα. Η Επιτροπή ενέκρινε τις εν λόγω συγκεντρώσεις μόνον αφότου οι επιχειρήσεις δεσμεύτηκαν να μεταβιβάσουν μέρος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, ώστε να διατηρηθεί το υφιστάμενο επίπεδο ανταγωνισμού ως προς τις τιμές.
Επιπλέον, οι αρχές ανταγωνισμού ανέλαβαν πάνω από 100 δραστηριότητες παρακολούθησης της αγοράς και ευαισθητοποίησης. Με αυτές τις δραστηριότητες αντλήθηκαν πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία των αγορών, παρασχέθηκε καθοδήγηση στους φορείς της αγοράς, ενώ σε ορισμένες μεμονωμένες περιπτώσεις οι δραστηριότητες αποτέλεσαν το έναυσμα ερευνών για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Οι δραστηριότητες ευαισθητοποίησης επηρέασαν τον κανονιστικό και νομοθετικό σχεδιασμό και έχουν συμβάλει στη δημιουργία ή την αποκατάσταση συνθηκών που ευνοούν τον αποτελεσματικό και θεμιτό ανταγωνισμό.
Περισσότερη καινοτομία και περισσότερες επιλογές
Σύμφωνα με την έκθεση, οι αρχές επιβολής της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού συνέβαλαν στη διατήρηση του επιπέδου καινοτομίας στον κλάδο παρεμβαίνοντας, με χρήση αντιμονοπωλιακών κανόνων, κατά των πρακτικών που θα μπορούσαν να έχουν στρεβλώσει τα κίνητρα για καινοτομία. Ειδικότερα, πρόκειται για απόπειρες καθυστέρησης της εισόδου γενοσήμων στην αγορά, πράγμα που μπορεί να δώσει στις εταιρείες τη δυνατότητα να αποκομίζουν αδικαιολόγητα κέρδη από παλαιότερα προϊόντα, αντί να αναγκάζονται να ανταγωνιστούν με νέα, καινοτόμα φάρμακα.
Οι δραστηριότητες της Επιτροπής για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων συνέβαλαν επίσης στην καινοτομία και στην αύξηση των επιλογώνόσον αφορά τα φάρμακα, αποτρέποντας πράξεις που θα μπορούσαν να έχουν διακυβεύσει προσπάθειες έρευνας και ανάπτυξης για την προώθηση νέων φαρμάκων ή για την επέκταση της θεραπευτικής χρήσης των υφιστάμενων φαρμάκων.
Περιθώριο για την ανάληψη περαιτέρω μέτρων επιβολής
Οι υποθέσεις στο πλαίσιο της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και της νομοθεσίας περί συγκεντρώσεων που αναφέρονται στην έκθεση δείχνουν ότι απαιτείται αυστηρός έλεγχος του φαρμακευτικού κλάδου από τις αρχές ανταγωνισμού. Οι δράσεις της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού στο πλαίσιο της επιβολής της σχετικής νομοθεσίας παρέχουν στις αρχές ανταγωνισμού στέρεη βάση για να συνεχίσουν το έργο τους και να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στον κλάδο αυτόν.
Ωστόσο, μολονότι από τις υποθέσεις που αναφέρονται στην έκθεση προκύπτει ότι η επιβολή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού συμβάλλει στη διασφάλιση του ανταγωνισμού ως προς τις τιμές και στην τόνωση της καινοτομίας, υπάρχουν όρια στις δράσεις που επιτρέπει η νομοθεσία περί ανταγωνισμού. Ειδικότερα, απαιτούνται διαρκείς προσπάθειες, από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, για να αντιμετωπιστεί η κοινωνική πρόκληση για την εξασφάλιση πρόσβασης σε οικονομικώς προσιτά και καινοτόμα φάρμακα.