Ενώ η ανάλυση των δεδομένων διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία λήψης επιχειρηματικών αποφάσεων, λιγότερο από τα μισά ανώτατα στελέχη είναι σίγουροι ότι έχουν τα σωστά δεδομένα για να λάβουν σημαντικές αποφάσεις, σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από το MIT SMR Connections με την υποστήριξη της SAS. Η έρευνα με τίτλο “Data, Analytics, & AI: How trust delivers value” εστιάζει στον βαθμό της σιγουριάς που έχουν οι επιχειρήσεις για τα δεδομένα που συλλέγουν και αναλύουν.
Η προστιθέμενη αξία από τα analytics και τις νέες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, ξεκινά από την εμπιστοσύνης σε αυτές. Οι εταιρείες που ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν μια data-driven κουλτούρα, όπου οι άνθρωποι κατανοούν τα δεδομένα και αξιοποιούν τα προηγμένα analytics για τη λήψη καλύτερων αποφάσεων, δίνουν προτεραιότητα στη δημιουργία εμπιστοσύνης γύρω από τα δεδομένα που συλλέγονται και αποθηκεύονται, καθώς και τις γνώσεις που προσφέρουν. Αυτή ακριβώς η εμπιστοσύνη ενισχύει την κουλτούρα που επιδιώκουν.
Ωστόσο, η έρευνα δείχνει ότι μόνο το 15% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί προηγμένα analytics για τη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων. Λιγότερο από ένας στους δέκα χρησιμοποιεί αυτοματοποιημένα analytics και μόλις το 7% εφαρμόζει τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης και machine learning στη λήψη αποφάσεων.
Το “Κενό Χρησιμότητας”
Παρότι το 76% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι έχει αυξήσει την πρόσβαση σε δεδομένα που θεωρεί χρήσιμα – γεγονός που δεν προκαλεί έκπληξη καθώς ο όγκος των δεδομένων αυξάνεται σταθερά στο πλαίσιο της ψηφιοποίησης των επιχειρήσεων – μόνο το 43% πιστεύει ότι διαθέτει συχνά τα σωστά δεδομένα για τη λήψη των κατάλληλων αποφάσεων. Αυτό το “κενό χρησιμότητας”, όπως το χαρακτηρίζει το MIT SMR Connections, αποκαλύπτει μια επανάληψη του φαινομένου, αφού παρόμοιες απαντήσεις είχαν προκύψει και σε αντίστοιχη έρευνα που διεξήχθη το 2017. Αυτό δείχνει ένα κενό εμπιστοσύνης, το οποίο αντανακλάται και σε επόμενη ερώτηση. Μόνο το 10% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι εμπιστεύεται πάντα τα δεδομένα, ενώ το 40% (κατά μέσο όρο) εμπιστεύεται τα δεδομένα μερικές φορές.
Τρία βασικά συμπεράσματα
Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας είναι ότι υπάρχει ανάγκη για μεγαλύτερη δέσμευση και επένδυση προς τη διαχείριση και εξασφάλιση δεδομένων, τα οποία αποτελούν και τον ακρογωνιαίο λίθο για το χτίσιμο εμπιστοσύνης. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ασφάλεια και την προστασία των δεδομένων, στοιχεία κρίσιμα για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των πελατών ως προς τη χρήση των προσωπικών τους δεδομένων από τις εταιρείες.
Η ασφάλεια των δεδομένων βρίσκεται στο επίκεντρο των απαντήσεων στην έρευνα και υπάρχει η δυνατότητα να αναπτυχθεί περαιτέρω με την εφαρμογή analytics και τεχνητής νοημοσύνης. Παρουσιάζεται επίσης η ευκαιρία να αξιοποιηθούν οι πρωτοβουλίες προστασίας της ιδιωτικότητας και του GDPR για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης, αντί να λειτουργούν μόνο ως μέρος των διαδικασιών συμμόρφωσης.
Τέλος, παρά το γεγονός ότι η υιοθέτηση μίας κουλτούρας που βασίζεται στα analytics βελτιώνει την καινοτομία, μόνο ένα μικρό ποσοστό των ερωτηθέντων εμπλέκεται σε δραστηριότητες που αναπτύσσουν τις γνώσεις των εργαζομένων για την ανάλυση δεδομένων. Η εύρεση προσωπικού με τις κατάλληλες δεξιότητες είναι μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις, συνεπώς υπάρχει ακόμα μεγάλο περιθώριο βελτίωσης και πρέπει να γίνουν αρκετές προσπάθειες για τη γεφύρωση αυτού του συνεχώς αυξανόμενου χάσματος.