ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

ΣΕΒ: Η ισχυρή ανάπτυξη προϋποθέτει ανάκαμψη των επενδύσεων και της παραγωγικότητας

Published

on

Με την εγχώρια δαπάνη για ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις να παραμένει υποτονική, όπως επισημαίνει σε Δελτίο του ο ΣΕΒ, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να στηρίζεται στις καθαρές εξαγωγές, και ιδίως στον τουρισμό, αλλά και στις εξαγωγές αγαθών, που όμως επιβραδύνονται λόγω της διεθνούς συγκυρίας. Συγκεκριμένα, στο ενιάμηνο του 2019 επιταχύνθηκε οριακά η ανάπτυξη σε +2,2%, έναντι +2,1% στο εξάμηνο του 2019, και +2% στο ενιάμηνο του 2018.

Το 3ο τρίμηνο του 2019, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά +2,3% έναντι +2,1% στο 1ο εξάμηνο του 2019, όπως αναθεωρήθηκε από +1,5% προηγουμένως, με το 1ο τρίμηνο να αναθεωρείται σε +1,4% από +1,1% προηγουμένως και το 2ο τρίμηνο σε +2,8% από +1,9% προηγουμένως, με την προς τα πάνω αναθεώρηση να οφείλεται κυρίως στη δημόσια κατανάλωση, λόγω υψηλότερων προεκλογικών παροχών από αυτές που είχαν εκτιμηθεί προηγουμένως.

Σημειώνεται ότι οι αναθεωρήσεις των τριμήνων του 2019 γίνονται στη βάση μη αναθεωρημένων στοιχείων για το 2018, που, ενώ κανονικά έπρεπε να είχαν αναθεωρηθεί τον Οκτώβριο του 2019, τελικά δεν αναθεωρήθηκαν.

Τέλος, η επιτάχυνση στο 3ο τρίμηνο οφείλεται κυρίως στην καλή πορεία του τουρισμού, με τις εξαγωγές στις υπηρεσίες να αυξάνουν κατά +14,5%, από +4,5% το 1ο εξάμηνο του 2019, και στη μεγάλη πτώση των εισαγωγών κατά -2,9%, από αύξηση +6,7% το 1ο εξάμηνο του 2019, που είναι, όμως, συγκυριακή και που αναμένεται να ανατραπεί μέχρι το τέλος του έτους.

Σε κάθε περίπτωση, στο ενιάμηνο του 2019 η αύξηση του ΑΕΠ διαμορφώνεται σε +2,2% έναντι +1,9% για όλο το 2018, με τις συνιστώσες του ΑΕΠ να μην αφήνουν, όμως, μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς, πέραν των καθαρών εξαγωγών που συμβάλλουν σημαντικά με 1 π.μ. στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, η συμβολή της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων σε πάγια περιορίζονται σε 0,1 π.μ. η κάθε μία, με τη δημόσια κατανάλωση να συμβάλει κατά 0,6 π.μ. και τη μεταβολή των αποθεμάτων κατά 0,3 π.μ.

Η εικόνα αυτή αναδεικνύει την αδυναμία της εγχώριας ζήτησης να οδηγήσει σε ισχυρή ανάκαμψη την ελληνική οικονομία, σε μια συγκυρία όπου η εξωτερική ζήτηση αποκλιμακώνεται, λόγω των εμπορικών ανταγωνισμών που προκαλούν αβεβαιότητες και ασκούν δυσμενείς επιδράσεις στις επενδύσεις διεθνώς.

Σημειώνεται ότι η ελληνική οικονομία πάσχει από ένδεια επενδύσεων, που, αν δεν αντιστραφεί, θα είναι δύσκολο να αυξηθεί η παραγωγικότητα, η απασχόληση και τα εισοδήματα στον ιδιωτικό τομέα και έτσι να στηριχθεί η εγχώρια ζήτηση. Ειδικότερα, οι επενδύσεις σε πάγια με εποχική διόρθωση αυξήθηκαν στο ενιάμηνο του 2019 κατά +1%, ενώ είχαν μειωθεί κατά -6,2% στο ενιάμηνο του 2018 και κατά -12,2% σε όλο το 2018.

Συγκεκριμένα, οι επενδύσεις σε κατοικίες αυξάνονται κατά 9,8% στο ενιάμηνο του 2019 έναντι αύξησης 17,2% σε όλο το 2018, ο εξοπλισμός ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών) κατά 0,6% και 16,8%, ο μηχανολογικός εξοπλισμός κατά 2,8% και 15,9%, και τα προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας κατά -0,8% και -0,1%, αντιστοίχως.

Οι ανωτέρω εξελίξεις συνιστούν σημαντική επιβράδυνση στην ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών των επιχειρήσεων στο ενιάμηνο του 2019. Αποτυπώνουν δε τις αβεβαιότητες λόγω της προεκλογικής περιόδου, και, ενδεχομένως, την προσδοκία των επιχειρήσεων για χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές και ευνοϊκότερη μεταχείριση των επενδύσεων, πριν δεσμεύσουν πόρους σε επενδύσεις.

Συνεπώς, στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, αλλά και το 2020, αναμένεται πλέον επιτάχυνση των επενδύσεων, καθώς η συνολική φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων μειώθηκε, ο βαθμός προβλεψιμότητας σε ό,τι αφορά το φορολογικό πλαίσιο αυξήθηκε και το πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων αναβαθμίσθηκε σημαντικά με τον αναπτυξιακό νόμο.

Με τα στοιχεία, πάντως, όπως διαμορφώνονται, θα χρειαστεί σημαντική ανάκαμψη στις επενδύσεις σε πάγια και στην ιδιωτική κατανάλωση κατά το τέταρτο τρίμηνο, ώστε ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ να διαμορφωθεί άνω του 2%, όπως προβλέπεται στον Προϋπολογισμό 2020.

Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από την σημαντική υστέρηση που εμφανίζουν οι επενδύσεις σε πάγια και η ιδιωτική κατανάλωση σε σχέση με τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού 2020, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη ότι οι καθαρές εξαγωγές στο ενιάμηνο του 2019 προοιωνίζονται καλύτερες επιδόσεις απ’ ό,τι αποτυπώνουν οι προβλέψεις στον Προϋπολογισμό 2020.

Συγκεκριμένα, στον Προϋπολογισμό 2020, προβλέπεται αύξηση των επενδύσεων σε πάγια το 2019 κατά +8,8%, έναντι αύξησης +1% στο ενιάμηνο του 2019. Αυτό απαιτεί αύξηση επενδύσεων σε πάγια +33,8% το 4ο τρίμηνο του 2019, που είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί.

Επίσης, η πρόβλεψη του Προϋπολογισμού 2020 για αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά +0,6%, το 2019 προϋποθέτει αύξηση κατά +1,8% το 4ο τρίμηνο του 2019, που θεωρείται επίσης μάλλον ανέφικτη, δεδομένου ότι η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης ήδη διαμορφώνεται σε +0,2% στο ενιάμηνο του 2019.

Από την πλευρά της προσφοράς, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ) αυξήθηκε κατά +1,3% κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 (έναντι +1,8% το αντίστοιχο διάστημα το 2018), με τη μεταποίηση (+1,4%), τις κατασκευές (+28,2%), το εμπόριο μαζί με τις μεταφορές και τον τουρισμό (+3,5%) και τις επαγγελματικές υπηρεσίες (+3,9%) να κινούνται σε θετικό έδαφος, ενώ μεγάλες απώλειες εξακολουθούν να καταγράφονται στις τράπεζες (-8,7%).

Την ίδια ώρα, η παραγωγικότητα της εργασίας, με βάση την Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία ανά ώρα, σημείωσε αρνητική μεταβολή (-0,2%, έναντι αύξησης +0,1% κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018 και +1,1% συνολικά το 2018), με τις ονομαστικές αυξήσεις στις αμοιβές ανά ώρα να διαμορφώνονται σε +1,6% (έναντι +1,1% κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018 και +3% συνολικά το 2018).

Η απασχόληση, επίσης, των μισθωτών και του συνόλου των εργαζομένων, με βάση τις ώρες εργασίας, συνεχίζει να αυξάνεται με ρυθμούς +3,3% και +1,4% αντίστοιχα κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019.

Σε κάθε περίπτωση η αύξηση των ονομαστικών αμοιβών ανά ώρα είναι μεγαλύτερη από την αύξηση της παραγωγικότητας, γεγονός το οποίο εκτιμάται ότι θα έχει επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Advertisement

TRENDING