Η επιτυχής αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού μέχρι σήμερα έχει τονώσει τις προσδοκίες των πολιτών ότι η σταδιακή άρση του lockdown τους επόμενους μήνες θα είναι εξίσου επιτυχής. Θα πρέπει, ωστόσο, να γίνει κατανοητό ότι η βαθιά ύφεση που με περισσή ευκολία προβλέπει το ΔΝΤ για την Ελλάδα, μπορεί στο τέλος να γίνει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι ενσωματώνουν στις ενέργειές τους μια παρατεταμένη απώλεια οικονομικής δραστηριότητας, και όχι μια προσωρινή και μάλλον αναστρέψιμη εξέλιξη.
Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις θα τείνουν να αναβάλλουν τις επενδύσεις τους, μια και το επίπεδο οικονομικής δραστηριότητας θα είναι χαμηλότερο στο τέλος του 2021 απ’ ότι ήταν το 2019, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ. Αντίστοιχα, οι εργαζόμενοι θα αρχίσουν να μετριάζουν την κατανάλωσή τους, βλέποντας την αδυναμία των επιχειρήσεων να διατηρήσουν ακόμη και τις ακόμα αδύναμες και στα αρχικά τους στάδια συνθήκες ανάκαμψης που επικρατούσαν πριν την κρίση της πανδημίας του κορονοϊού, και τους περιορισμένους πόρους που μπορεί να διαθέσει το κράτος για τη στήριξη των εισοδημάτων και της απασχόλησης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο πρώτο 9μηνο του 2020, η ύφεση θα είναι βαθιά. Εάν, όμως, δεν υπάρξει ταχεία ανάκαμψη από εκεί και πέρα, υπεραντισταθμίζοντας μάλιστα τις όποιες απώλειες στη συνέχεια και μέχρι το τέλος του 2021, τότε η κρίση θα έχει οδυνηρές συνέπειες. Ας μην ξεχνάμε, ότι η κοινωνία μας έχει ήδη βιώσει τη μεγάλη ύφεση της μείωσης του ΑΕΠ κατά 25% στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, όταν οι πολίτες για να διατηρήσουν την κατανάλωσή τους σε όσο το δυνατόν αξιοπρεπή επίπεδα και να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, άρχισαν να μειώνουν τις συσσωρευμένες αποταμιεύσεις τους και να εκποιούν περιουσιακά στοιχεία.
Σημειώνεται ότι η αποταμίευση των νοικοκυριών είναι ακόμη σε αρνητικά επίπεδα, αν και η ανάκαμψη της οικονομίας τα προηγούμενα χρόνια βελτίωνε συνεχώς την αποταμιευτική συμπεριφορά. Η αναστροφή αυτής της πορείας, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού και των μέτρων lockdown της οικονομίας, που λαμβάνονται για την ελαχιστοποίηση των απωλειών ανθρώπινης ζωής, μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα αρνητικής αποταμίευσης.
Αυτό θα συμβεί αν τα νοικοκυριά επιχειρήσουν να μειώσουν την κατανάλωσή τους λιγότερο απ’ όσο μειώνεται το διαθέσιμό τους εισόδημα, μειώνοντας ακόμη ταχύτερα τις συσσωρευμένες αποταμιεύσεις τους. Λογικά, όμως, θα έπρεπε να κάνουν το ακριβώς αντίθετο, ώστε να ξαναχτίσουν τις αποταμιεύσεις τους, για προληπτικούς λόγους, σε κάποιο υψηλότερο επίπεδο ασφαλείας. Αυτό θα επέβαλλε το πρωτοφανές φαινόμενο της πανδημίας του κορονοϊού και των υφεσιακών επιπτώσεων που ασκεί, και του φόβου και της αβεβαιότητας που το συνοδεύει.
Ταυτόχρονα, η στήριξη του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών επιχειρείται με μείωση της δημόσιας αποταμίευσης (ελλειμματική δημοσιονομική διαχείριση), με αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής αποταμίευσης, περιλαμβανομένων και των κερδών των επιχειρήσεων που θα μειωθούν. Συνεπώς, με μειωμένη εθνική αποταμίευση, η αύξηση των επενδύσεων απαιτεί αυξημένες ξένες αποταμιεύσεις (μεγαλύτερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών).
Αυτό, βεβαίως, δεν μπορεί να συνεχισθεί παρά μόνο για κάποιο σύντομο χρονικό διάστημα, καθώς το ήδη υφιστάμενο δημόσιο χρέος είναι τεράστιο. Και η προσθήκη μη παραγωγικού χρέους, για την αύξηση της κατανάλωσης και όχι των επενδύσεων, τείνει να επιβραδύνει τη μακροχρόνια ανάπτυξη και να δημιουργεί προσδοκίες για αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους.
Υπό το φως αυτών των δεδομένων, επιβάλλεται η όσο το δυνατόν ταχύτερη επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας σε όσο το δυνατόν πιο κανονικές συνθήκες, σαφώς με συμμόρφωση στα υγειονομικά πρωτόκολλα, αναλαμβάνοντας, όμως, λελογισμένους κινδύνους και έχοντας πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι πρόκειται για μια διαδικασία μάθησης από τα σφάλματα, που γίνονται. Είναι σημαντικό ότι οι πολίτες, σε μια ασυνήθιστα σπάνια άσκηση ευπείθειας, συνεργάστηκαν με τις αρχές, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, για την εφαρμογή του προγράμματος lockdown της οικονομίας. Και θα συνεχίσουν να το κάνουν και στα στάδια άρσης των περιορισμών, εφόσον επιβεβαιώνονται οι προσδοκίες τους για μια ασφαλή μετάβαση στη μετά τον κορονοϊό εποχή, χωρίς αδικαιολόγητες οικονομικές θυσίες.
Η έγκαιρη εφαρμογή των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού στην Ελλάδα, καθώς και η επιτυχία ως προς το αποτέλεσμα, τονίζεται από διεθνείς οργανισμούς. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Bridge Tank (Flattering the curve – A pan-European comparative analysis of the COVID-19 outbreak, Απρ. 2020), στην Ελλάδα χρειάστηκαν 19 ημέρες για να διπλασιαστεί ο αριθμός των κρουσμάτων τέσσερις εβδομάδες μετά τον εντοπισμό των πρώτων 100 κρουσμάτων COVID-19, έναντι 4,6 ημέρες στο Ηνωμένο Βασίλειο, 5,1 ημέρες στη Γαλλία και την Ισπανία και 5,4 ημέρες στην Ιταλία και τη Γερμανία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να καταφέρει με επιτυχία να συγκρατήσει τον αριθμό των κρουσμάτων και των θανάτων από τη νόσο COVID-19 στο χαμηλότερο επίπεδο από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Αναφορικά με τις επιχειρήσεις που η λειτουργία τους έχει ανασταλεί με κρατική εντολή, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αυτές αποτελούν το 14,6% του συνόλου (206 χιλ.) και το 25,4% των απασχολουμένων (1.063.098), που αποτελούν 2 στους 3 εργαζόμενους στους κλάδους με αναστολή λειτουργίας, ενώ 2.609. 891 εργαζόμενοι απασχολούνται σε επιχειρήσεις που δεν είναι σε αναστολή. Οι επιχειρήσεις που είναι σε αναστολή λειτουργίας είχαν κύκλο εργασιών €6,4 δισ. το 2ο τρίμηνο του 2019 και από αυτές το 1,4% έχει εξαγωγική δραστηριότητα, με ύψος εξαγωγών €488,5 εκατ. το 2019, και το 1,6% έχει δυνατότητα διενέργειας ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Πιο συγκεκριμένα, σε αναστολή λειτουργίας βρίσκεται το 80-90% των επιχειρήσεων στους κλάδους των καταλυμάτων, της εστίασης, της εκπαίδευσης, και των δραστηριοτήτων άθλησης, διασκέδασης και ψυχαγωγίας, με το 90% και άνω των απασχολουμένων τους σε αναγκαστική αργία. Η περιφερειακή διασπορά των επιχειρήσεων σε αναστολή λειτουργίας αντανακλά την διάρθρωση της παραγωγικής διαδικασίας στην επικράτεια, με τα νησιά να υφίστανται το μεγαλύτερο πλήγμα λόγω τουρισμού.
Αναφορικά με τις πιο πρόσφατες εξελίξεις:
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος κατέγραψε πτώση 3,8 μονάδων τον Μάρτιο του 2020 (στις 109,4 μονάδες από 113,2 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και 103 μονάδες τον Μάρτιο του 2019), κυρίως λόγω της σημαντικής επιδείνωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, ενώ οι προσδοκίες των επιχειρήσεων παρουσίασαν ηπιότερες μεταβολές. Σημειώνεται ότι η επίδραση της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν δεν αποτυπώνεται πλήρως στους δείκτες του Μαρτίου, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των στοιχείων (περισσότερο από το 71% των απαντήσεων) συγκεντρώθηκε πριν τις 23 Μαρτίου 2020.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε στις -16,5 μονάδες από -4,8 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και -31,6 μονάδες τον Μάρτιο του 2019. Η πτώση αυτή προήλθε από την επιδείνωση των προβλέψεων των νοικοκυριών για την εξέλιξη της οικονομικής τους κατάστασης και της γενικότερης κατάστασης της χώρας το επόμενο 12μηνο. Αντίθετα, η πρόθεσή τους για αποταμίευση καθώς και για πραγματοποίηση σημαντικών αγορών (ηλεκτρικές συσκευές, οικιακό εξοπλισμό κλπ) δεν μεταβλήθηκε σημαντικά.
Ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI) στη μεταποίηση διαμορφώθηκε στις 42,5 μονάδες τον Μάρτιο του 2020, καταγράφοντας πτώση 13,7 μονάδων. Η πτώση αυτή είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί σε μηνιαία βάση από τον Ιούλιο του 2015, όταν είχε σημειωθεί πτώση 16,7 μονάδων. Κύριος παράγοντας της υποχώρησης ήταν η πτώση της ζήτησης από το εσωτερικό και το εξωτερικό, η οποία οδήγησε σε σημαντική μείωση της παραγωγής, των πωλήσεων και της απασχόλησης. Σημειώνεται ότι στην Κίνα ο δείκτης PMI, μετά από τη μεγάλη πτώση του Φεβρουαρίου 2020, τον Μάρτιο επανήλθε στο επίπεδο που βρισκόταν πριν από την κρίση της πανδημίας. Ανάλογη πορεία εκτιμάται ότι θα ακολουθήσει ο δείκτης και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, με το κλίμα στη μεταποίηση να επανέρχεται σταδιακά σε κανονικά επίπεδα.
H παραγωγή στη μεταποίηση πλην πετρελαιοειδών αυξήθηκε κατά +0,8% τον Φεβρουάριο του 2020, έναντι αύξησης +4,4% τον Φεβρουάριο του 2019, και κατά +3,3% το διάστημα Ιαν – Φεβ 2020, έναντι αύξησης +2,4% το αντίστοιχο διάστημα του 2019. Η επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου της μεταποιητικής παραγωγής τον Φεβρουάριο του 2020 οφείλεται κυρίως στους κλάδους καπνού (-20,4%), μεταλλικών προϊόντων (-8,1%), βασικών μετάλλων (-4,4%), πλαστικών (-2,8%) και ηλεκτρολογικού εξοπλισμού (-2,2%). Αντίθετα, θετικά συνέβαλε η παραγωγή τροφίμων (+1,9%), ποτών (+2,2%), ξύλου (+16,1%), φαρμάκων (+14,3%) και εξοπλισμού μεταφορών πλην οχημάτων (+27,8%). Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν – Φεβ 2020 οι σημαντικότερες αυξήσεις καταγράφονται στους κλάδους τροφίμων (+4,5%), χημικών (+4,0%), φαρμάκων (+9,3%) και μη μεταλλικών ορυκτών (+7,8%).
Οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα συνέχισαν να κινούνται ανοδικά τον Φεβρουάριο του 2020, παρουσιάζοντας αύξηση +10,9% επιπλέον αύξησης +9,9% τον Φεβρουάριο του 2019.
Συνολικά κατά το διάστημα Ιαν – Φεβ 2020 παρουσίασαν άνοδο +10,9%, κυρίως λόγω της μεγάλης αύξησης εξαγωγών τροφίμων (+18,9%), ιδίως λαδιού (+57,3%), και βιομηχανικών προϊόντων (+9,4%), ιδίως χημικών (+21,8%). Αντίθετα, οι εξαγωγές καυσίμων μειώθηκαν κατά -7,5% κατά το ίδιο διάστημα, ενώ η ραγδαία πτώση των τιμών πετρελαίου τον Μάρτιο του 2020 αναμένεται να επιδεινώσει περεταίρω το ισοζύγιο καυσίμων. Την ίδια ώρα, οι εισαγωγές χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά +3,6% και το εμπορικό έλλειμμα χωρίς τα καύσιμα περιορίστηκε κατά -5,8% και διαμορφώθηκε σε €2,7 δισ.
Παράλληλα, κατά το διάστημα Ιαν – Φεβ 2020 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε σε €2,4 δισ., έναντι €2,2 δισ. κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2019, καθώς η μικρή βελτίωση του ισοζυγίου αγαθών δεν αντιστάθμισε την επιδείνωση των λοιπών ισοζυγίων. Ειδικότερα, το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών περιορίστηκε λόγω της επιδείνωσης του ισοζυγίου μεταφορών (+2% στις εισπράξεις και +11,8% στις πληρωμές), καθώς και του ισοζυγίου λοιπών υπηρεσιών (-4,8% στις εισπράξεις και +3,7% στις πληρωμές).
Αντίθετα, το ταξιδιωτικό ισοζύγιο βελτιώθηκε, με τις αφίξεις και τις σχετικές εισπράξεις να παρουσιάζουν αύξηση κατά +21,8% και +22,9% αντίστοιχα.
Επιπρόσθετα, η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων στον Πειραιά (προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ) σημείωσε πτώση -15,4% τον Μάρτιο του 2020 και -2,4% το 1ο τρίμηνο του 2020, έναντι αύξησης +28,6% τον Μάρτιο του 2019 και +24,4% το 1ο τρίμηνο του 2019. Η πτώση που κατέγραψε η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων τον Μάρτιο οφείλεται στη μείωση των εργασιών στα κινεζικά λιμάνια λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Η επιστροφή της Κίνας στην κανονικότητα αναμένεται να εξομαλύνει την κίνηση στον Πειραιά τους επόμενους μήνες, αν και η μειωμένη ζήτηση στην Ευρώπη λόγω των μέτρων περιορισμού θα εξακολουθήσει να επηρεάζει αρνητικά.
Ο όγκος λιανικών πωλήσεων κινήθηκε ανοδικά τον Ιανουάριο του 2020 σε όλες τις κατηγορίες καταστημάτων, με τον γενικό δείκτη πλην καυσίμων να καταγράφει αύξηση +7,9%, έναντι πτώσης -3,4% τον Ιανουάριο του 2019, ενώ η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στα καταστήματα επίπλων και οικιακού εξοπλισμού (+19,5%).
Ο δείκτης όγκου στις κατασκευές παρουσίασε μείωση -5,7% το 4ο τρίμηνο του 2019, έναντι πτώσης -9,1% το προηγούμενο τρίμηνο και -8,4% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018. Η κατασκευή μεγάλων έργων υποδομών παρουσίασε ανάκαμψη (+1,6% το 4ο τρίμηνο του 2019 έναντι -11% το προηγούμενο τρίμηνο και -13,6% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018), ενώ αντίθετα ο όγκος κατασκευών κτιρίων υποχώρησε (-17,3% το 4ο τρίμηνο του 2019 έναντι -5,4% το προηγούμενο τρίμηνο και +1,2% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018). Στο σύνολο του 2019 ο δείκτης όγκου στις κατασκευές εμφανίζει μείωση -4,7% (έναντι -12,7% το 2018), η οποία οφείλεται στη μείωση κατά -4,1% στις υποδομές (έναντι -16,3% το 2018) και κατά -5,8% στην κατασκευή κτιρίων (έναντι -5,6% το 2018).
Παρά την πτώση του δείκτη όγκου στις κατασκευές, η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα με βάση τον όγκο των νέων αδειών αυξήθηκε κατά +9,8% στο σύνολο του 2019, επιπλέον αύξησης +21,4% το 2018. Επιπρόσθετα, τον Ιανουάριο του 2020 ο όγκος των νέων αδειών παρουσίασε αύξηση +43,9%, έναντι πτώσης -8,8% τον Ιανουάριο του 2019. Η αυξητική τάση που παρατηρείται στον όγκο των νέων αδειών, ιδίως από τον Ιούλιο του 2019, οφείλεται κατά ένα μέρος στην αναστολή της επιβολής ΦΠΑ 24% στις μεταβιβάσεις ακινήτων κατά τα οικονομικά έτη 2020-2022. Ωστόσο, το επόμενο διάστημα η αναμενόμενη πτώση του τουρισμού και της βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικιών λόγω της πανδημίας του κορονοϊού εκτιμάται ότι θα επηρεάσει αρνητικά την οικοδομική δραστηριότητα.
Οι πρώτες ενδείξεις για τις επιπτώσεις της πανδημίας στον τομέα του εμπορίου και του τουρισμού προέρχονται από τον αριθμό των αδειών κυκλοφορίας αυτοκινήτων, ο οποίος μειώθηκε κατά -50,8% τον Μάρτιο του 2020, έναντι μείωσης -9,5% τον Μάρτιο του 2019, ενώ συνολικά κατά το 1ο τρίμηνο του 2020 εμφανίζει πτώση -10,9%, έναντι αύξησης +3,9% το 1ο τρίμηνο του 2019.
Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε σε 16,4% τον Ιανουάριο του 2020 έναντι 18,5% τον Ιανουάριο του 2019 και 17,3% κατά μέσο όρο στο σύνολο του 2019. Ωστόσο, οι καθαρές προσλήψεις κατά το 1ο τρίμηνο του 2020 ήταν αρνητικές κατά -34,4 χιλ. (εκ των οποίων -20,5 χιλ. στον τουρισμό), έναντι θετικού ισοζυγίου κατά +48,9 χιλ. το 1ο τρίμηνο του 2019 (εκ των οποίων +15,3 χιλ. στον τουρισμό). Ειδικότερα, τον Μάρτιο του 2020 το ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων ήταν αρνητικό κατά -41.9 χιλ. θέσεις έναντι θετικού ισοζυγίου κατά +43,4 χιλ. θέσεις τον Μάρτιο του 2019. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της αναστολής προσλήψεων, καθώς στο σύνολό τους ανήλθαν σε 103,0 χιλ. έναντι 202,2 χιλ. τον Μάρτιο του 2019.
Η αναστολή προσλήψεων τον Μάρτιο του 2020 αφορά κατά ένα μεγάλο μέρος σε θέσεις εποχικής απασχόλησης στον τουρισμό, με το ισοζύγιο προσλήψεων αποχωρήσεων στα ξενοδοχεία και εστιατόρια να διαμορφώνεται σε -23,8 χιλ., έναντι +19,3 χιλ. τον Μάρτιο του 2019, και στους λοιπούς κλάδους σε -18,1 χιλ., έναντι +24,1 χιλ. τον Μάρτιο του 2019. Αντίθετα, οι αποχωρήσεις ήταν μειωμένες κατά 13,9 χιλ. σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2019 (144,9 χιλ. έναντι 158,8 χιλ. αντίστοιχα), λόγω των μέτρων που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού, και ειδικότερα τη ρήτρα διατήρησης θέσεων εργασίας ως προϋπόθεση για την αναστολή καταβολής ασφαλιστικών και φορολογικών υποχρεώσεων και την ακύρωση των απολύσεων από τις 18 Μαρτίου 2020 σε επιχειρήσεις που έχει ανασταλεί η λειτουργία μετά από εντολή δημόσιας αρχής.
Ο ρυθμός χρηματοδότησης των επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε +1,2% τον Φεβρουάριο του 2020, παραμένοντας θετικός για 15ο συνεχόμενο μήνα. Η πιστωτική επέκταση αφορά κυρίως τις χορηγήσεις προς μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ στις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ο ρυθμός χρηματοδότησης παρέμεινε αρνητικός. Ειδικότερα, ο ρυθμός χρηματοδότησης ελεύθερων επαγγελματιών και ατομικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε -2,4% και στα νοικοκυριά σε -3,4% για στεγαστικά δάνεια και -1,5% για καταναλωτικά δάνεια.
Oι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά €458 εκατ. τον Φεβρουάριο του 2020 (έναντι αύξησης €277 εκατ. τον Φεβρουάριο του 2019) και το υπόλοιπό τους διαμορφώθηκε σε €116,3 δισ. Επίσης, οι καταθέσεις των επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά €484 εκατ. και το υπόλοιπό τους ανήλθε σε €22,2 δισ.