Πρόσφατα, όπως καταγράφει σε Δελτίο του ο ΣΕΒ, κυκλοφόρησε η έκθεση της World Bank Doing Business 2020, με στοιχεία 2019, όπου γίνεται μια κατάταξη των χωρών του κόσμου με βάση κριτήρια ευκολίας άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην κάθε χώρα.
Η Ελλάδα βρίσκεται συνολικά σήμερα στην 79η θέση σε 190 χώρες, και είναι 18 θέσεις πίσω από την Βουλγαρία, την τελευταία Ευρωπαϊκή χώρα από την κορυφή του πίνακα, με την εξαίρεση της Βόρειας Μακεδονίας που είναι 62 θέσεις πιο πάνω, και της Αλβανίας που είναι 3 θέσεις κάτω από την Ελλάδα! Η Τουρκία είναι 46 θέσεις πιο πάνω! Οι ΗΠΑ είναι στην 6η θέση, το Ηνωμένο Βασίλειο στην 8 η θέση, οι Σκανδιναβικές χώρες στην πρώτη εικοσάδα, και η Γερμανία στην 22η θέση, η Γαλλία στην 32η θέση και η Ιταλία στην 58η θέση.
Η Ελλάδα έχει υποχωρήσει κατά 19 θέσεις από το 2015, όταν βρισκόταν στην 60η θέση. Σημειώνεται, ότι, ταυτόχρονα, η βαθμολογία της έχει βελτιωθεί από 66,9/100 το 2015 σε 68,4/100 το 2019. Σε συνδυασμό με την πτώση της στην κατάταξη κατά 19 θέσεις, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η ευκολία του επιχειρείν στην Ελλάδα βελτιώνεται αλλά με πολύ μικρά και ανεπαρκή βήματα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να μένει πίσω, συγκριτικά με άλλες χώρες, στη διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού περιβάλλοντος. Αυτό, βεβαίως, έχει αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική επενδυτική δραστηριότητα και την προσέλκυση και εγκατάσταση ξένων επιχειρήσεων στη χώρα.
Η συγκριτική χειροτέρευση με άλλες χώρες τα τελευταία χρόνια στην κατάταξη της χώρας οφείλεται κυρίως στη χρηματοδότηση, στη μεταγραφή ακίνητης περιουσίας, στην τήρηση συμβολαίων και στη διαχείριση χρεοκοπίας, όχι επειδή χειροτέρευσαν οι διαδικασίες, αλλά απλώς επειδή δεν βελτιώθηκαν όσο σε άλλες χώρες. Η κατάσταση, βεβαίως, ήταν διαφορετική μεταξύ 2010 και 2014. Με την αναγκαστική εφαρμογή των Προγραμμάτων Προσαρμογής και τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν, η Ελλάδα βελτιώθηκε στην κατάταξη κατά 48 θέσεις, από την 109η θέση το 2010 στην 61η θέση το 2014, με τη βαθμολογία της να αυξάνει από 59,7/100 το 2010 σε 65,6/100 το 2014.
Αυτό σημαίνει ότι την περίοδο 2010-2014, η Ελλάδα ήταν σε μια φάση επιτάχυνσης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, επιτυγχάνοντας καλύτερες επιδόσεις συγκριτικά με άλλες χώρες. Βεβαίως, σε κάποια στιγμή, επήλθε κόπωση προσαρμογής, αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και χειροτέρευση της ανταγωνιστικής θέσης της χώρας.
Έναρξη επιχείρησης (Ελλάδα: 11η σε 190 χώρες με βαθμολογία 96/100)
Στην Ελλάδα απαιτούνται 3 διαδικασίες, έναντι 5 στον ΟΟΣΑ και σε πολλές χώρες, με τον αριθμό διαδικασιών να έχει μειωθεί από 5 διαδικασίες πριν μερικά χρόνια, παίρνει μόλις 4 ημέρες, έναντι 9,1 στον ΟΟΣΑ και 0,5 στη Ν. Ζηλανδία, όταν έπαιρνε 12,5 ημέρες ένα χρόνο πριν, με το κόστος να ανέρχεται σε 1,5% του κατά κεφαλήν εισοδήματος, έναντι 3,4% στον ΟΟΣΑ και 0% σε πολλές χώρες, και να βαίνει μειούμενο σταδιακά. Το κόστος έναρξης επιχείρησης στην Ελλάδα έχει ήδη κατέλθει κάτω του μέσου όρου στις χώρες υψηλού εισοδήματος. Συνολικά, έχει γίνει τεράστια πρόοδος αλλά υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης.
Έκδοση άδειας οικοδομής (Ελλάδα: 86η σε 190 χώρες με βαθμολογία 69,5/100)
Για την αξιολόγηση λαμβάνεται ως χαρακτηριστική περίπτωση η έκδοση άδειας οικοδομής μιας αποθήκης. Απαιτούνται 17 διαδικασίες και 180 ημέρες, ενώ το κόστος ανέρχεται σε 1,9% της αξίας της αποθήκης, με την πρόοδο στη μείωση των μεγεθών αυτών να προχωρεί βασανιστικά αργά. Αντιθέτως, ενώ απαιτούνται 12,9 διαδικασίες στον ΟΟΣΑ και 7 σε πολλές χώρες, παίρνει 148,9 ημέρες στον ΟΟΣΑ και 27,5 ημέρες στην Ν. Κορέα, και το κόστος ανέρχεται σε 1,8% της αξίας της αποθήκης στον ΟΟΣΑ και 0,1% σε πολλές χώρες.
Η Ελλάδα, επίσης, σκοράρει σχετικά υψηλά σε όρους ελέγχου της ποιότητας κατασκευής (12 στα 15) έναντι 11,6 στον ΟΟΣΑ και 15 σε πολλές χώρες, καθώς και του σχετικού ρυθμιστικού πλαισίου (1 στα 2) ελέγχου της ποιότητας, πριν (1 στα 1), κατά τη διάρκεια (2 στα 3), και μετά την κατασκευή (3 στα 3), και του ασφαλιστικού πλαισίου αποζημιώσεων που διέπει την κατασκευή (1 στα 2), και του πλαισίου πιστοποίησης των επαγγελματικών προσόντων στις κατασκευές (4 στα 4).
Χρηματοδότηση (Ελλάδα: 119η σε 190 χώρες με βαθμολογία 45/100)
Η Ελλάδα βαθμολογείται στην ευκολία λήψης χρηματοδότησης με 9 στα 20 (άριστα) έναντι 13,1 στον ΟΟΣΑ και 20 σε πολλές χώρες, χωρίς να έχει αλλάξει τίποτα από το 2013 όταν ξεκίνησε η βαθμολογία. Η βαθμολογία αυτή λαμβάνει υπόψη την προστασία των νομικών δικαιωμάτων των πιστούχων και των πιστωτών, κυρίως όσον αφορά στο νομικό πλαίσιο της λήψης ενέχυρων/εγγυήσεων δανείων και της πτωχευτικής διαδικασίας σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων.
Έτσι, η Ελλάδα βαθμολογείται με 2 στα 12 (άριστα) έναντι 6,2 στον ΟΟΣΑ και 12 σε πολλές χώρες. Λαμβάνεται υπόψη, επίσης, η πληρότητα/ποιότητα των πιστωτικών στοιχείων, όπου η Ελλάδα βαθμολογείται με 7 στα 8 (άριστα) έναντι 6,9 στον ΟΟΣΑ και 8 σε πολλές χώρες.
Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα, δεν υπάρχει δημόσιο σύστημα πιστοληπτικής ικανότητας για τον πληθυσμό, ενώ καλύπτεται το 25,2% του πληθυσμού στον ΟΟΣΑ και το 100% σε πολλές χώρες. Επίσης, στην Ελλάδα καλύπτεται το 69,9% των κακοπληρωτών μέσω ιδιωτικής (τραπεζικής) βάσης δεδομένων (Τειρεσίας), έναντι 65,8% στον ΟΟΣΑ και 100% σε πολλές χώρες. Συνολικά, ενώ τα πιστωτικά στοιχεία είναι σχετικώς σε καλό επίπεδο, η Ελλάδα έχει έλλειμμα στην προστασία των νομικών δικαιωμάτων πιστούχων και πιστωτών.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι η τεράστια συσσώρευση μη εξυπηρετούμενων δανείων στη διάρκεια της κρίσης και της ύφεσης, και η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να δώσει λύσεις για την έγκαιρη εξυγίανση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών, έχει φέρει τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Είναι, βεβαίως, θετικό ότι ήδη λαμβάνονται μέτρα για τον απεγκλωβισμό των τραπεζών από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, περιλαμβανομένου του συστήματος «Ηρακλής» για την τιτλοποίηση ληξιπρόθεσμων ανοιγμάτων των τραπεζών.