Επέλαση στο ελληνικό real estate, τόσο σε Αττική όσο και σε Θεσσαλονίκη, έχουν κάνει επενδυτές εκ Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, επενδύοντας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ σε αγορά κτιρίων (πολλά από αυτά κλειστά ξενοδοχεία ή παλιά βιοτεχνικά – βιομηχανικά κτίρια) τα οποία μετατρέπουν σε ξενοδοχεία ή κτίρια κατοικιών.
Όπως επισημαίνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ φορείς της αγοράς, για τους περισσότερους Ισραηλινούς, η αγορά ενός ακινήτου αποτελεί πρωτίστως επένδυση προς αξιοποίηση, οπότε η επιλογή της Θεσσαλονίκης για την τοποθέτηση των κεφαλαίων τους προπανδημικά αποτελούσε τρόπον τινά και ψήφο εμπιστοσύνης στην προοπτική της.
«Parcelacia» σε εγκαταλελειμμένες βιοτεχνίες
Εν αναμονή των εξελίξεων, τα κεφάλαια που επενδύθηκαν προπανδημικά σε διάφορους τομείς της κτηματαγοράς, παραμένουν στην πόλη. Μαζί με τους Ισραηλινούς επενδυτές «μπήκαν» εντονότερα στην κτηματαγορά της Θεσσαλονίκης και όροι όπως το «parcelacia» (προφέρεται «παρσελάτσια»), δηλαδή η αγορά μεγάλων και εγκαταλελειμμένων -συνήθως βιοτεχνικών- ακινήτων στο κέντρο της πόλης, η ανακαίνιση και κατάτμησή τους σε μικρότερα, ώστε ακολούθως να πουληθούν ως οικιστικά ακίνητα (αυτό που οι αγγλόφωνοι αποκαλούν «parcelation»). Τέσσερις-πέντε όμιλοι ισραηλινών συμφερόντων έχουν ήδη «ποντάρει» στην «παρσελάτσια», μεταμορφώνοντας κυριολεκτικά ολόκληρες οδούς, όπως η Πτολεμαίων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Μεγάλες επενδύσεις και μικρά διαμερίσματα
Όπως επισημαίνει ο Θάνος Χαριστός, δικηγόρος στη δικηγορική εταιρεία Nexus, που έχει διαχειριστεί πολλές αντίστοιχες συμφωνίες, οι Ισραηλινοί είναι η εθνικότητα που την τελευταία τριετία έχει επενδύσει τα περισσότερα κεφάλαια από κάθε άλλη στη Θεσσαλονίκη.
Ωστόσο, ο ακριβής αριθμός των ισραηλινών επενδύσεων σε ακίνητα είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί, καθώς πέρα από τις μεγάλες, που είναι εύκολα «ορατές», υπάρχουν δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, αχαρτογράφητες μικρές.
Αναλυτικότερα, κατά τον κ. Χαριστό, οι ισραηλινές επενδύσεις ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ στην αγορά real estate της Θεσσαλονίκης ανέρχονται σε περίπου 10-15, όμως πάρα πολλές είναι οι αγορές μικρών διαμερισμάτων, αξίας 30.000 ή 40.000 ή 60.000 ευρώ, που οι Ισραηλινοί αγοραστές σπεύδουν να ανακαινίσουν, ώστε να τα αξιοποιήσουν επενδυτικά.
Πολλά απ’ αυτά τα διαμερίσματα, που «γεννήθηκαν» μέσα σε εγκαταλελειμμένους, φθηνούς, βιοτεχνικούς χώρους στο κέντρο της πόλης, έχουν προ πολλού αγοραστεί και μάλιστα από Ισραηλινούς αγοραστές. «Το πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις αυτά τα ακίνητα, που τα δημιουργούν Ισραηλινοί developers, τα αγοράζουν επίσης Ισραηλινοί πολίτες: μόνο στο γραφείο μας έχουμε κάνει πάνω από 100 μεταβιβάσεις τέτοιων διαμερισμάτων σε Ισραηλινούς την τελευταία τριετία» εξηγεί.
Οι δύο νεαροί Ισραηλινοί που είδαν στη Θεσσαλονίκη ένα διαμάντι
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανάπτυξης με το μοντέλο της parcelacia είναι η περίπτωση της «Pro Greece»: όταν το 2017 δύο εικοσιπεντάρηδες τότε Ισραηλινοί, ο Gal Rubin και ο Tzach Vertzberger, αποφάσισαν να επενδύσουν στον τομέα του real estate στην Ευρώπη, αναζητώντας περιοχές που συνδύαζαν συμφέρουσες τιμές ακινήτων και προοπτική ανάπτυξης για το μέλλον, γρήγορα κατέληξαν στη Θεσσαλονίκη ως ένα «διαμάντι» της γηραιάς ηπείρου -όπως τη χαρακτηρίζει ο πρώτος από τους δύο.
Απέκτησαν το πρώτο τους ακίνητο στην πόλη το 2018 και σήμερα έχουν ήδη δημιουργήσει 75 διαμερίσματα σε παλιούς εμπορικούς και βιοτεχνικούς χώρους στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, με το ύψος της επένδυσης να ανέρχεται στα 7-8 εκατ. ευρώ την τελευταία τριετία. Στόχος είναι να εντάξουν στο χαρτοφυλάκιό τους άλλα 100 διαμερίσματα ώς το τέλος του 2021, αναφέρει ο 29χρονος Γκαλ Ρούμπιν.
Γιατί επενδύουν στη Θεσσαλονίκη
Κατά πολλούς, ο λόγος που οι Ισραηλινοί επενδύουν στη Θεσσαλονίκη είναι κατά κύριο λόγο ιστορικός, αφού η πόλη θεωρείται ως η «δεύτερη Ιερουσαλήμ», λόγω της παραδοσιακά ισχυρής παρουσίας του εβραϊκού στοιχείου σε αυτή. Για τους ανθρώπους της αγοράς όμως, αν η ιστορία παίζει κάποιο ρόλο, είναι οι ευκαιρίες που δημιούργησε η πολυετής οικονομική κρίση και η αναπτυξιακή προοπτική της πόλης, που τελικά οδηγούν στην υπογραφή των συμβολαίων.
Για τον Ισαάκ (Σάκη) Λεών, διευθύνοντα σύμβουλο της Calon Construction, η οποία -μεταξύ άλλων- έχει υλοποιήσει το «Project 151» στην οδό Παπαναστασίου, η επένδυση στη Θεσσαλονίκη είναι ένα είδος επιστροφής προς την πόλη από όπου κατάγεται, όπως λέει.
«Πιστεύω πάρα πολύ στην πόλη της Θεσσαλονίκης και στις δυνατότητές της. Έχω καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη και πολύ μεγάλη οικογενειακή ιστορία σε αυτή και έχω κάθε καλό λόγο, για να κάνω ένα είδος επιστροφής προς την πόλη, δεδομένου βέβαια και του γεγονότος ότι η Θεσσαλονίκη έχει, κατά την άποψή μου τουλάχιστον, πολύ λαμπρό μέλλον μπροστά της.
Η ιστορία πάντα επαναλαμβάνεται κι όταν κάποιος κοιτάζει την ιστορία της Θεσσαλονίκης θα καταλάβει ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι, πολιτικοί και γεωγραφικοί, που είχαν διαμορφώσει την πόλη σε κόμβο εμπορίου της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων. Όλες οι συνθήκες τείνουν ξανά προς τα εκεί. Η Θεσσαλονίκη έχει όλα τα φόντα και τις συνθήκες για να επανέλθει στη θέση ενός βασικού κόμβου στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο», επισημαίνει και προσθέτει ότι αυτό χρειάζεται πρώτα από όλα να το πιστέψουν οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς.
Ο όμιλος Calon Construction δίνει το επενδυτικό «παρών» στην πόλη την τελευταία τριετία, με αρκετές σημαντικές επενδύσεις, μεταξύ των οποίων το «Project 151», η ονομασία του οποίου παραπέμπει στην ιστορία της πόλης, όπως και εκείνες όλων των projects του ομίλου.
«Θέλουμε να προσθέσουμε πράγματα στην πόλη. Όσο περνάει από το χέρι μας και όσο αντιστοιχεί στο λιθαράκι που θα βάλουμε εμείς,να μπορέσουμε να αναβαθμίσουμε την πόλη. Όταν σχεδίαζα το “Project 151”, είχα στον νου μου ότι θέλω να δημιουργήσω στη Θεσσαλονίκη ένα project πάρα πολύ σύγχρονο, χάρη στο οποίο ένας άνθρωπος που θέλει να έρθει να μείνει στην πόλη, θα έχει στη διάθεσή του, κάτι που αντίστοιχό του δεν υπάρχει στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή», σημειώνει.
«Επενδύσαμε σε μια πόλη που θα κάνει άλματα»
Ο Γκαλ Ρούμπιν εκτιμά πως η κτηματαγορά της Θεσσαλονίκης θα κάνει άλματα, με ρυθμό ανάπτυξης στο κέντρο της πόλης κατά 10%-12% ετησίως στα επόμενα τρία-τέσσερα χρόνια και ελαφρώς ηπιότερο, της τάξης του 7%-8%, στα επόμενα επτά-δέκα έτη. «Πιστεύω πως όποιος βάλει σήμερα τα χρήματά του στη Θεσσαλονίκη για την επόμενη δεκαετία, θα τα διπλασιάσει», λέει χαρακτηριστικά.
Πριν καταλήξουν στη Θεσσαλονίκη, εξηγεί, οι δύο νεαροί επιχειρηματίες έλεγξαν πολλές άλλες πόλεις, μεταξύ των οποίων οι Αθήνα, Λισαβόνα, Βαρκελώνη, Μαδρίτη και Βαρσοβία. «Η απόφαση να επενδύσουμε στη Θεσσαλονίκη ήταν 100% επιχειρηματική και από όσα βλέπω, 100% σωστή. Φυσικά, όταν έφτασα στην πόλη, χάρηκα ακούγοντας ότι υπάρχει μακρά ιστορία στην πόλη για τους Εβραίους, αλλά ήρθα γιατί εδώ είδα τις καλύτερες ευκαιρίες.
Όταν ήρθα στη Θεσσαλονίκη, το αεροδρόμιο δεν είχε ακόμα αναπτυχθεί, το Μετρό ήταν πολύ πίσω και ο τουρισμός αυξανόταν με τον μεγαλύτερο ρυθμό από οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα, ναι, επειδή είχε ξεκινήσει από χαμηλά προ δεκαετίας, αλλά προσωπικά δεν με ενδιαφέρει το παρελθόν, με ενδιαφέρει ποιος είναι ο ρυθμός ανάπτυξης», λέει και αναφέρεται και στην προοπτική που θα δημιουργήσει για την πόλη η ολοκλήρωση του τεχνολογικού πάρκου 4ης γενιάς.
Γρήγορα, ο νεαροί επιχειρηματίες αντιλήφθηκαν ότι η δυναμική του κέντρου της πόλης, «όπου δεν είχε υπάρξει κατασκευή από το 2003-2004», ενώ υπήρχε μεγάλη ζήτηση, μεταξύ άλλων από φοιτητές, ήταν μεγάλη: «Κατάλαβα ότι η δυναμική του να αγοράσω φθηνά εμπορικά ακίνητα και να τα μετατρέψω σε οικιστικά είναι μεγαλύτερη εδώ από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη», σημειώνει.
Πλέον, η Pro Greece αρχίζει να κοιτάζει και προς τα δυτικά, σε οδούς όπως η Λαγκαδά και γενικά στην περιοχή πάνω από την Αγίου Δημητρίου. «Πιστεύω πως στα επόμενα 5-10 χρόνια, με την ολοκλήρωση και του Μετρό, οι περιοχές αυτές θα γνωρίσουν ανάπτυξη (…) Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν χρήματα, για να αγοράσουν στο κέντρο και θέλουν να επεκταθούν και εκτός κέντρου αλλά όχι πολύ μακριά του», λέει.
Πολλαπλάσιες επενδύσεις στην Αττική
Ο κ. Χαριστός θεωρεί ότι ο λόγος που τα ισραηλινά κεφάλαια επενδύουν στην αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης, ιδίως την τελευταία τριετία, είναι κυρίως ότι αξιοποιούν τις ευκαιρίες που δημιούργησε η οικονομική κρίση.
«Τα κίνητρα είναι οικονομικά και επιχειρηματικά, αν ήταν κυρίως ιστορικά, όπως πολλοί υποστηρίζουν, θα είχαν επενδύσει και νωρίτερα. Η εκτίμηση προ κορονοϊού ήταν ότι η Θεσσαλονίκη θα γνωρίσει ανάπτυξη κι αυτό έπαιξε επίσης τον ρόλο του. Οι αντίστοιχες επενδύσεις στην Αθήνα βέβαια, παραμένουν πολλαπλάσιες. Π.χ., ο όμιλος ξενοδοχείων Brown Hotels, που στη Θεσσαλονίκη έχει επενδύσει σε τρία ακίνητα, στην Αττική, όπου οι ευκαιρίες είναι περισσότερες και η κτηματαγορά πολύ ωριμότερη, έχει αποκτήσει 20. Η Θεσσαλονίκη έχει επωφεληθεί από μικρό, μόνο, ποσοστό των ισραηλινών επενδύσεων στο real estate, που αν η κτηματαγορά της ήταν ωριμότερη και οι διαδικασίες ευκολότερες, θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο», σημειώνει.
Τα 8 νέα ξενοδοχειακά projects στη Θεσσαλονίκη
Στο μεταξύ, τα ολοκληρωμένα ή υπό εξέλιξη πρότζεκτ στη Θεσσαλονίκη δίνουν ήδη μια γεύση της πρακτικής υπόστασης που λαμβάνει το επενδυτικό ενδιαφέρον των Ισραηλινών για την αγορά real estate της πόλης.
Μεταξύ αυτών:
1. Το «Project 151» στην Αλεξάνδρου Παπαναστασίου, που περιλαμβάνει σύγχρονες επιπλωμένες κατοικίες για μίσθωση από νέους επαγγελματίες/φοιτητές. Η ελληνοϊσραηλινή επένδυση ανήκει στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου «Calon Constructions». Όπως επισημαίνει ο κ.Χαριστός, η ονομασία του πρότζεκτ προέρχεται από τον «Συνοικισμό 151» στην ίδια περιοχή, όπου μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 μετεγκαταστάθηκαν περίπου 7000 φτωχοί Εβραίοι της πόλης, σε οικόπεδα που αγοράστηκαν από την Εβραϊκή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης για τους πυροπαθείς.
2. Η επένδυση της ισραηλινής αλυσίδας ξενοδοχείων «Brown Hotels», η οποία αγόρασε το 2020 την Καπναποθήκη Μιχαηλίδη, στη συμβολή των οδών Δωδεκανήσου και Ναυμαχίας Λήμνου.
3. Η αλυσίδα είχε επίσης αγοράσει το 2019 το διατηρητέο κτήριο «Βιέννη» επί της Εγνατίας. «Τα πρότζεκτ για τα δύο κτήρια, που προβλέπεται να μετατραπούν σε οικιστικούς χώρους, βρίσκονται στη φάση των μελετών. Λόγω συνθηκών, υπάρχει σίγουρα εκ των πραγμάτων μια καθυστέρηση, μια δυσκολία στην υλοποίηση, αλλά θα προχωρήσουν» σημειώνει ο κ.Χαριστός.
4. Η επένδυση ισραηλινού επιχειρηματία του real estate για την αγορά και μετατροπή του πρώην ξενοδοχείου «Νεφέλη» στο Πανόραμα σε πολυτελείς κατοικίες. H ανάπτυξη θα φιλοξενεί ακόμα εμπορικές επιχειρήσεις, γυμναστήριο-spa και εστιατόριο. «Στο Nefeli 1, παρότι το στάδιο υλοποίησης του πρότζεκτ είναι περίπου στο 50%, έχουν ήδη πωληθεί πάνω από τις μισές κατοικίες, και όλοι οι αγοραστές είναι Έλληνες μέχρι στιγμής», γνωστοποιεί ο κ. Χαριστός.
5. Ο ισραηλινός όμιλος Fattal αγόρασε το 2019 σε πλειστηριασμό ημιτελές κτήριο, εμβαδού 5000 τετραγωνικών, στη γωνία των οδών Τσιμισκή και Κατούνη για τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο.
6. Σε ισραηλινό επενδυτή έχει πωληθεί ακόμα το ξενοδοχείο τριών αστέρων «Olympic» επί της οδού Εγνατίας, με στόχο -σύμφωνα με πληροφορίες- την αναβάθμιση και μετατροπή του σε τετράστερη ξενοδοχειακή μονάδα.
7.Ολοκληρώθηκε από Ισραηλινό επενδυτή η αγορά μικρού κτηρίου στην περιοχή του Μουσείου Ολοκαυτώματος και του εμπορικού κέντρου «Οne Salonica», με στόχο τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο 25 κλινών
8. Από τον ίδιο επενδυτή, ολοκληρώθηκε και η αγορά ενός ακόμη μικρού ακινήτου στην οδό Αναγεννήσεως.
Ξένοι, κυρίως, οι αγοραστές
Στο ερώτημα ποιες δυσκολίες αντιμετώπισε κατά την επένδυση στην αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης, ο κ. Ρούμπιν επισημαίνει ότι γενικά στις δουλειές του real estate, ιδίως όταν αλλάζεις χρήσεις σε κτήρια, υπάρχουν εμπόδια, συνήθως γραφειοκρατικής φύσης, «αλλά εδώ στην Ελλάδα η κατάσταση, αν και δεν είναι καλή, είναι καλύτερη από άλλες περιοχές και οι διαδικασίες συγκριτικά γρήγορες». Επιπλέον, κατά τον κ.Ρούμπιν, οι ντόπιοι Θεσσαλονικείς συχνά δεν “διαβάζουν” την τάση στην αγορά και δεν σπεύδουν να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες.
«Αν δεν λάβουν μέρος σε αυτή την αλλαγή, που συμβαίνει τώρα στη Θεσσαλονίκη, σε 5-10 χρόνια θα βρουν την πόλη γεμάτη από ξένους, πoυ έχουν την ιδιοκτησία του real estate. Είναι πολύ εύκολο για εμάς να συνεχίσουμε να πουλάμε σε Γερμανούς, Ισραηλινούς, Ουκρανούς και Ρώσους που έρχονται να αγοράσουν, αλλά χωρίς τους Ελληνες, δεν θα είναι το ίδιο, θέλουμε ο τοπικός πληθυσμός να είναι μέρος αυτού που κάνουμε», λέει ο νεαρός επενδυτής.
Πότε θα ανακάμψει η αγορά;
«Ίσως χρειαστούν δύο-τρία χρόνια για να επανέλθει η αγορά μετά την πανδημία. Το 2021 και το 2022, για παράδειγμα, ο τουρισμός εκτιμάται ότι θα παραμείνει βαθιά επηρεασμένος, οπότε και τα τουριστικά πρότζεκτ των Ισραηλινών επενδυτών λογικά θα παραμείνουν σε αναστολή, όπως συμβαίνει και με τους Έλληνες, γιατί κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει το μέλλον», εκτιμά ο κ. Χαριστός.
Από την πλευρά του, ο κ. Ρούμπιν σημειώνει πως η πανδημία επηρέασε και την Pro Greece, η οποία όμως ήρθε στην Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη για να μείνει εδώ και να αναπτυχθεί μαζί με τη χώρα και την πόλη: «Προ πανδημίας, υπήρχε ζήτηση για μικρά διαμερίσματα 25-30 τμ., σήμερα είναι μηδενική, γιατί οι άνθρωποι σου λένε, “αν ξαναγίνει λοκντάουν και κλειστώ μέσα σε 25 τετραγωνικά θα πεθάνω”. Άρα δημιουργούμε πλέον λίγο μεγαλύτερα διαμερίσματα.
Επιπλέον, η πανδημία μας επηρέασε, γιατί μέρος της επιχείρησής μας σχετιζόταν με το AirBnB. Νομίζω όμως πως η οικονομία της Ελλάδας και της Θεσσαλονίκης θα το ξεπεράσει αυτό και δεν το λέω επειδή ακούγεται καλά. Πιστεύω πως η δυναμική της Θεσσαλονίκης είναι πολύ ισχυρότερη από την πανδημία και η πόλη θα βγει από την ιστορία με την Covid-19 σε υψηλότερη θέση από αυτή που βρισκόταν πριν».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ