Τη στήλη της «Φοροδοξίες» ανανέωσε η Grant Thorton. Όπως επισημαίνει η γνωστή εταιρεία λογιστικών ελέγχων, απαλλάσσονται από τον Ειδικό Φόρο Ακινήτων και οι Ανώνυμες Εταιρείες που εδρεύουν εντός ΕΕ και έχουν ανώνυμες μετοχές, σύμφωνα με νομοσχέδιο που κατατέθηκε πρόσφατα. Η απαλλαγή αυτή θα ισχύει αναδρομικά από 1.1.2003, υπό την προϋπόθεση ότι εξαρχής όλες οι μετοχές της ΑΕ ανήκαν απευθείας σε φυσικά πρόσωπα με ελληνικό ΑΦΜ και τα πρόσωπα αυτά δηλώνονταν αρμοδίως (δηλ. τουλάχιστον στα πρακτικά των ετήσιων ΓΣ όπως υποβάλλονταν στην εκάστοτε αρμόδια εποπτεύουσα Αρχή). Η εν λόγω διάταξη ευθυγραμμίζεται και με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 2810/2017), η οποία έκρινε ότι ο αληθής νομοθετικός σκοπός του Ειδικού Φόρου Ακινήτων ήταν να επιβαρύνονται μόνο εκείνες οι εταιρείες που δεν αποκαλύπτουν στις φορολογικές αρχές τους πραγματικούς κυρίους των ακινήτων, και όχι όλες ανεξαιρέτως. Η διάταξη διευκρινίζει ότι τυχόν καταβληθέντα ποσά δεν επιστρέφονται ενώ αναμένεται και η έκδοση εφαρμοστικής Εγκυκλίου για τις εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον Δικαστηρίων και Διοίκησης.
Σε πενταετή παραγραφή υπόκειται το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλλει τέλη χαρτοσήμου αναφορικά με τις χρήσεις μέχρι 31.12.2013, σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (1107/2019). Όπως είναι γνωστό, μέχρι σήμερα η εθνική νομολογία έκανε παγίως δεκτή την εφαρμογή της γενικής εικοσαετούς παραγραφής του Αστικού Κώδικα για χρήσεις μέχρι 31.12.2013, δεδομένου ότι η οικεία νομοθεσία περί τελών χαρτοσήμου δεν περιέχει διάταξη που να προβλέπει, για τις χρήσεις αυτές, ειδικότερη παραγραφή. Ωστόσο, με την εν λόγω απόφαση το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι η εικοσαετής παραγραφή δεν μπορεί να εφαρμοστεί αναλογικά και στην περίπτωση των τελών χαρτοσήμου. Και αυτό γιατί η παραγραφή των φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου πρέπει να είναι εύλογης διάρκειας και μάλιστα σχετικά μικρής, ούτως ώστε να είναι σύμφωνη με τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας, όπως αυτές απορρέουν από το Σύνταγμα και όπως ερμηνεύθηκαν πρόσφατα με τη σημαντική απόφαση του ΣτΕ (1738/2017) αλλά και με νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C-341/13). Ως εκ τούτου, εύλογη και αναλογικά εφαρμοστέα κρίθηκε από το Δικαστήριο η πενταετής παραγραφή που προβλέπεται στη φορολογία εισοδήματος και στον Κώδικα Φ.Π.Α. Αξίζει να σημειωθεί ότι για τις χρήσεις από 1.1.2014 και εφεξής, βάσει του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλλει τέλη χαρτοσήμου προβλέπεται ρητά πενταετής.
Σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση, κατά την άσκηση της προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων είναι δυνατή η προβολή νομικών ισχυρισμών που δεν είχαν προβληθεί στο στάδιο της ενδικοφανούς προσφυγής. Ειδικότερα, το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι δεν απαιτείται να ταυτίζεται απολύτως η ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της ΔΕΔ με την προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου όσον αφορά στους προβαλλόμενους ισχυρισμούς, αλλά αρκεί να υπάρχει ομοιότητα κατά τα ουσιώδη στοιχεία. Με αυτό το αιτιολογικό, το Δικαστήριο έκανε δεκτή την προβολή λόγου περί παραγραφής της φορολογικής αξίωσης του Δημοσίου παρά το γεγονός ότι ο λόγος αυτός δεν είχε προβληθεί με την ενδικοφανή προσφυγή, απορρίπτοντας τον αντίθετο ισχυρισμό του Δημοσίου.
Εναρμονίζεται το εθνικό μας δίκαιο με την Ευρωπαϊκή Οδηγία κατά τις φοραποφυγής (2016/1164/ΕΕ) με έναρξη ισχύος των νέων ρυθμίσεων την 1.1.2019: Μεταξύ άλλων, με το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στην Βουλή, πλέον τίθεται κριτήριο πραγματικής εταιρικής φορολόγησης και όχι ονομαστικού συντελεστή φορολογίας για τις Ελεγχόμενες Αλλοδαπές Εταιρείες (“ΕΑΕ”). Δηλαδή, για να θεωρηθεί ως ΕΑΕ ένα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή πλέον και οι μόνιμες εγκαταστάσεις στην αλλοδαπή (όταν τα κέρδη των τελευταίων δεν φορολογούνται ή απαλλάσσονται στην ημεδαπή), θα πρέπει ο πραγματικός φόρος που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή να είναι μικρότερος από το ήμισυ του φόρου που θα οφειλόταν στην Ελλάδα. Μέχρι πρότινος υπόκειντο σε φορολογία οι ΕΑΕ σε προνομιακό ή μη συνεργάσιμο κράτος.
Νέες κατηγορίες παθητικού μη διανεμηθέντος εισοδήματος της ΕΑΕ θα περιλαμβάνονται στο φορολογητέο εισόδημα του Έλληνα φορολογουμένου. Συγκεκριμένα, στην νέα διάταξη περί ΕΑΕ προστίθενται και τα εισοδήματα από εταιρείες τιμολόγησης που αποκομίζουν έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών που αγοράζονται και πωλούνται σε συνδεδεμένες με αυτήν (την ΕΑΕ) και δεν προσθέτουν καμία ή προσθέτουν ελάχιστη οικονομική αξία.