ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Από το ήπιο στο δυσμενές σενάριο; Τι προβλέπουν Τράπεζα της Ελλάδας και ΕΥ για την ελληνική οικονομία

Published

on

Μέχρι και τον Ιούνιο, οπότε και άνοιξε η οικονομία σταδιακά, και τον Ιούλιο, οπότε άνοιξε και ο ελληνικός τουρισμός, η κουβέντα για την οικονομία βασιζόταν στα μέχρι πρότινος υγειονομικά δεδομένα. Ποιά είναι η κατάσταση, όμως, σήμερα;

Τα δεδομένα έχουν αλλάξει και ήδη αρκετοί επιστήμονες αναφέρουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο κατώφλι ενός δεύτερου κύματος κρουσμάτων κορονοϊού, αν δεν έχει έχει ήδη αυτό αρχίσει.

Έως πρότινος, οι προβλέψεις για την οικονομία βασίζονταν στα σενάρια βάσης, δηλαδή στην περίπτωση που δεν θα υπάρξει δεύτερο κύμα κρουσμάτων.

Αυτό σημαίνει ότι σιγά σιγά απομακρυνόμαστε από αυτά και πλησιάζουμε τα ενδιάμεσα σενάρια, που προβλέπουν δεύτερο κύμα. Άλλα από αυτά είναι ήπια ή αισιόδοξα, ενώ άλλα θεωρούνται ιδιαιτέρως απαισιόδοξα, με ότι αυτό σημαίνει για την ανάπτυξη ή καλύτερα το πόσο μεγάλο θα είναι το ποσοστό μείωσης του ΑΕΠ το 2020.

Σε κάθε περίπτωση, το διακύβευμα είναι πόσο γρήγορα θα έρθει η ανάκαμψη: θα είναι σε σχήμα V όπως συζητούσαμε την άνοιξη; Ή θα είναι πιο ομαλή η καμπύλη, που σημαίνει μεγαλύτερη ύφεση φέτος και πιο ήπια ανάπτυξη για τα επόμενα χρόνια;

Εν αναμονεί των εξελίξεων σε υγειονομικό επίπεδο, ας θυμηθούμε ποιά είναι τα κύρια σενάρια που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο τραπέζι για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδας

Yποχώρηση του ΑΕΠ της χώρας από 4,4% ως 9,4% προβλέπει για φέτος η Τράπεζα της Ελλάδος.

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως περιγράφεται στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που κατέθεσε πρόσφατα, η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει σημαντικά το 2020, καταγράφοντας ρυθμό μεταβολής -5,8%. Το 2021 η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα ανακάμψει και θα αυξηθεί με ρυθμό 5,6%, ενώ το 2022 θα σημειώσει αύξηση 3,7%.

Σύμφωνα με το ήπιο σενάριο, το οποίο υποθέτει μια πιο σύντομη μεταβατική περίοδο προς την κανονικότητα, το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 4,4% το 2020 και θα αυξηθεί κατά 5,8% και 3,8% το 2021 και το 2022 αντίστοιχα.

Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, το οποίο συνδέεται με μια ενδεχόμενη αναζωπύρωση του κορωνοϊού, οι συνέπειες της πανδημίας αναμένεται να είναι πιο έντονες και με μεγαλύτερη διάρκεια και η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι βραδύτερη: το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9,4% το 2020, ενώ θα αυξηθεί κατά 5,7% το 2021 και 4,5% το 2022.

Στο δημοσιονομικό μέτωπο προβλέπεται για φέτος πρωτογενές έλλειμμα στον Προυπολογισμό το οποίο θα φθάσει το 2,9% του ΑΕΠ. Ωστόσο όπως επισημαίνεται, η δέσμη δημοσιονομικών μέτρων περιλαμβάνει προσωρινού χαρακτήρα στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως να δημιουργηθούν μόνιμα πρωτογενή ελλείμματα που θα επηρέαζαν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική του δημόσιου χρέους.

Για τις τράπεζες και ειδικότερα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια η ΤτΕ αναμένει ν΄αντιστραφεί η τάση μείωση τους που ειχε παρατηρηθεί. Σύμφωνα με τα προσωρινά εποπτικά στοιχεία Μαρτίου 2020, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) διαμορφώθηκαν σε 60,9 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 7,6 δισ. ευρώ (ή 11,1%) συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2019 και κατά 46,3 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.

Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε το Μάρτιο του 2020 σε υψηλό επίπεδο (37,4%), εντούτοις μειώθηκε για πρώτη φορά μετά από αρκετά έτη σε επίπεδα κάτω του 40% σε ατομική βάση. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας άλλαξαν τις συνθήκες, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν αναθεωρήσει τα σχέδια υλοποίησης τιτλοποιήσεων σε σχέση με το χρονικό ορίζοντα και την περίμετρο δανείων, γεγονός που θα καθυστερήσει την περαιτέρω αποκλιμάκωση του υψηλού αποθέματος των ΜΕΔ. Ταυτόχρονα, παρά τα θετικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την πολιτεία και τις τράπεζες, αναμένεται εισροή νέων ΜΕΔ, ιδίως από τις αρχές του επόμενου έτους. Το ύψος της νέας γενιάς ΜΕΔ θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της ύφεσης και την αύξηση της ανεργίας το τρέχον έτος, καθώς και την επακόλουθη ανάκαμψη.

Τα 3 σενάρια στις προβλέψεις της ΕΥ

Τρία διαφορετικά σενάρια – αισιόδοξο, απαισιόδοξο και σενάριο βάσης – για τις οικονομικές επιπτώσεις του COVID-19 ανά κλάδο της ελληνικής οικονομίας, εξετάζει νέα έκθεση της EY (Ernst & Young).

Σημειώνεται ότι και στα τρία σενάρια, η ύφεση κορυφώνεται κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020,

Σύμφωνα με το σενάριο βάσης, η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 9,5% το 2020 σε όρους ΑΠΑ (Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας}, σε σύγκριση με το 2019, ενώ η απασχόληση θα υποχωρήσει κατά 4,1%. Το σενάριο αυτό, το οποίο σύμφωνα με την έκθεση συγκεντρώνει πιθανότητες 60%, προϋποθέτει ότι ο δείκτης μετάδοσης του ιού “R”, θα διαμορφωθεί στα επίπεδα του R=1, η κατανάλωση θα επανέλθει μεσοπρόθεσμα, οι επενδύσεις θα συρρικνωθούν, τα σύνορα θα ανοίξουν μερικώς τον Ιούλιο, ενώ η κοινωνική συμπεριφορά των Ελλήνων θα εξακολουθήσει να επηρεάζεται από την πανδημία, με λιγότερες μετακινήσεις για ταξίδια και αυξημένη τηλεργασία.

Το αισιόδοξο σενάριο, το οποίο συγκεντρώνει πιθανότητες 20%, βασίζεται στην παραδοχή δείκτη R μικρότερου της μονάδας (R<1), γεγονός που θα επιτρέψει την ταχεία ανάκτηση των απωλειών της κατανάλωσης και των επενδύσεων, που καταγράφηκαν κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, το άνοιγμα των συνόρων τον Ιούνιο και την επιστροφή στις προ-κορονοϊού κοινωνικές συμπεριφορές. Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, η μείωση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας θα περιοριστεί στο 7,1% και της απασχόλησης στο 3,1%.

Το απαισιόδοξο σενάριο, το οποίο, επίσης, συγκεντρώνει πιθανότητες 20%, βασίζεται στην υπόθεση δείκτη R μεγαλύτερου της μονάδας (R>1), που θα οδηγήσει σε δεύτερο κύμα της πανδημίας, και, κατ’ επέκταση, σε εξαιρετικά αργή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και πλήρη άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών στις αρχές του 2021. Σύμφωνα με τη δυσμενή αυτή εκτίμηση, η μείωση σε όρους ΑΠΑ θα φθάσει το 12,5%, ενώ η απασχόληση θα συρρικνωθεί κατά 5,4%.

Κορύφωση της ύφεσης στο δεύτερο τρίμηνο του 2020

Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΥ και στα τρία σενάρια, η ύφεση κορυφώνεται κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, με μέγιστη συρρίκνωση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας κατά 17% (σενάριο βάσης), 15% (αισιόδοξο σενάριο) και 19% (απαισιόδοξο σενάριο) ανά εκτίμηση, με την απασχόληση να συρρικνώνεται κατά 6,9%, 5,8% και 8,8% αντίστοιχα, ενώ επιστροφή στα απόλυτα μεγέθη που καταγράφηκαν στο τέλος του 2019, δεν αναμένεται πριν το τελευταίο τρίμηνο του 2021.

Ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας διαφοροποιείται σημαντικά ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας. Έτσι, στο βασικό σενάριο, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, όπου και καταγράφεται κορύφωση στις απώλειες σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας, στη μεταποίηση προβλέπεται μείωση της τάξης του 26%, στις επαγγελματικές υπηρεσίες 21% και στις μεταφορές και την αποθήκευση 49%. Αντίστοιχα, στο απαισιόδοξο σενάριο, η μεταποίηση καταγράφει απώλειες της τάξης του 27% σε ΑΠΑ, οι επαγγελματικές υπηρεσίες 22% και οι μεταφορές και η αποθήκευση περί το 52%.

Στον κρίσιμο τομέα του τουρισμού, η έκθεση εκτιμά, ανά σενάριο, ότι η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία θα καταγράψει ανώτατες απώλειες μέσα στο 2020, έως 49% (σενάριο βάσης), 41% (αισιόδοξο σενάριο) και 53% (απαισιόδοξο σενάριο) αντίστοιχα.

Advertisement

TRENDING