Τα κέρδη μετά φόρων από συνεχιζόμενες δραστηριότητες αυξήθηκαν σε €131 εκατ. το Α΄ τρίμηνο 2019 σε επίπεδο Ομίλου από €8 εκατ. το Δ’ τρίμηνο του 2018
– Κέρδη μετά φόρων από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους €131 εκατ. σε επίπεδο Ομίλου το Α΄ τρίμηνο του 2019 (€8 εκατ. το Δ΄ τρίμηνο 2018), εξαιρουμένου του κόστους Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού και μη επαναλαμβανόμενων εξόδων αναδιάρθρωσης, αντανακλώντας τη σημαντική αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους, την περιστολή των λειτουργικών δαπανών, καθώς και την ανάκαμψη των εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις.
– Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξάνονται για πρώτη φορά μετά από πολλά τρίμηνα, ανερχόμενα σε €290 εκατ. το Α’ τρίμηνο του 2019 (+5% σε τριμηνιαία βάση). Η αύξηση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων περιλαμβάνει μέρος της θετικής επίπτωσης από την ακύρωση της Συμφωνίας Ανταλλαγής Επιτοκίων (IRS) έναντι έκδοσης ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) στα μέσα Φεβρουαρίου.
– Μετά την αντικατάσταση της Συμφωνίας Ανταλλαγής Επιτοκίων με ΟΕΔ και εξαιρουμένων των μη επαναλαμβανόμενων κερδών ύψους €59 εκατ. από την εν λόγω συναλλαγή, τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα διαμορφώθηκαν σε €42 εκατ. έναντι ζημιών ύψους €47 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο.
– Οι λειτουργικές δαπάνες υποχώρησαν κατά 5% σε ετήσια βάση κατά το Α’ τρίμηνο 2019. Οι δαπάνες προσωπικού μειώθηκαν κατά 5% σε σχέση με το Α’ τρίμηνο 2018, ως αποτέλεσμα της επιτυχούς ολοκλήρωσης του πρόσφατου Προγράμματος Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού την 31η Μαρτίου. Τα λειτουργικά έξοδα σημείωσαν επίσης πτώση (-13% σε ετήσια βάση). Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης Κόστους προς Οργανικά Έσοδα βελτιώθηκε σε 59% από 61% το Α΄ τρίμηνο 2018 και 64% το Δ’ τρίμηνο 2018.
– Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις στην Ελλάδα ανήλθαν σε €100 εκατ. το Α΄ τρίμηνο του 2019, με το κόστος πιστωτικού κινδύνου να διαμορφώνεται σε 139μ.β., επίπεδο ελαφρώς υψηλότερο από το επαναλαμβανόμενο κόστος πιστωτικού κινδύνου 113μ.β. το 2018.
– Το συνολικό κόστος του Προγράμματος Εθελούσιας Εξόδου Προσωπικού για το 2019 ανέρχεται σε €94 εκατ. και έχει επιβαρύνει τα αποτελέσματα του Α’ τριμήνου του 2019.
Μείωση Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) κατά €1,1δισ. σε τριμηνιαία βάση
– Η μείωση ΜΕΑ συνεχίστηκε κατά το Α’ τρίμηνο του 2019 (-€1,1 δισ. σε τριμηνιαία βάση), αντανακλώντας κυρίως την πώληση χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων εξασφαλισμένων δανείων Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων στην Ελλάδα (€0,7 δισ.), καθώς και τον αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (€0,3 δισ.) και τις λογιστικές διαγραφές πλήρως καλυμμένων από προβλέψεις δανείων (€0,1δισ.).
– Στην Ελλάδα, ο δείκτης ΜΕΑ και το ποσοστό κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκαν σε 39% και 58%, αντίστοιχα, παρέχοντας στην ΕΤΕ την ευελιξία να προχωρήσει γρήγορα στη σχεδιαζόμενη μείωση ΜΕΑ.
Ισχυρό προφίλ ρευστότητας
– Το πλεονέκτημα ρευστότητας της ΕΤΕ, σε συνδυασμό με το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης, τοποθετεί την Τράπεζα σε προνομιακή θέση ενόψει της ισχυρής ζήτησης χορηγήσεων σε επιχειρήσεις.
– Καταθέσεις ύψους €41,2 δισ. στην Ελλάδα το Α’ τρίμηνο του 2019, αυξημένες κατά 7% σε ετήσια βάση.
– Η μείωση της χρηματοδότησης στη διατραπεζική αγορά κατά €2,2 δισ. από την αρχή του έτους αντανακλά περεταίρω βελτιστοποίηση του κόστους χρηματοδότησης, με τους δείκτες Κάλυψης Ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio – LCR) και Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης (Net Stable Funding Ratio – NSFR) να διατηρούνται σε 151% και 113%, αντίστοιχα.
– Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα παραμένει σε μόλις €2,3 δισ. και αφορά αποκλειστικά στο Πρόγραμμα Στοχευμένων Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (TLTRO).
Δείκτης CET1 στο 15,7%
– Ο δείκτης CET1 ανέρχεται σε 15,7%, ενσωματώνοντας την αρνητική επίπτωση από την απομείωση της αξίας των θυγατρικών της ΕΤΕ στη Ρουμανία, Κύπρο και Αίγυπτο.
– Η ολοκλήρωση της πώλησης των εν λόγω θυγατρικών θα ενισχύσει τα κεφάλαια της Τράπεζας μέσω της μείωσης των Σταθμισμένων Στοιχείων Ενεργητικού, η οποία δεν έχει ενσωματωθεί στον υπολογισμό των τρεχουσών κεφαλαιακών δεικτών.
– Λαμβάνοντας υπόψη τα κέρδη μετά από φόρους του Α’ τριμήνου του 2019 και με πλήρη επίπτωση από την εφαρμογή του ΔΠΧΠ 9, ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται σε 12,8%.
– Η σχεδιαζόμενη πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής αναμένεται να ενισχύσει τους κεφαλαιακούς δείκτες περαιτέρω.