Η βρετανική οικονομία είναι πιθανόν να συρρικνωθεί τους επόμενους μήνες, αφού οι ανησυχίες για το Brexit οδήγησαν τον κυρίαρχο κλάδο υπηρεσιών κάτω από το επίπεδο που υποδηλώνει ανάπτυξη για πρώτη φορά σε σχεδόν τρία χρόνια, σύμφωνα με σημερινή έρευνα.
Ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI) της IHS Markit/CIPS, μια έρευνα για τον τομέα των υπηρεσιών που αφορά από τις τράπεζες-κολοσσούς έως και τα κομμωτήρια, κατρακύλησε στις 48,9 μονάδες τον Μάρτιο από τις 51,3 τον Φεβρουάριο, χαμηλότερα από τις προβλέψεις όλων των οικονομολόγων που συμμετείχαν σε έρευνα του Reuters. Ο δείκτης PMI, που θεωρείται από πολλούς βαρόμετρο για την υγεία της οικονομίας, βρίσκεται τώρα κάτω από τις 50 μονάδες, χαμηλότερα από το όριο που διαχωρίζει τη συρρίκνωση από την ανάπτυξη, για πρώτη φορά από τον Ιούλιο του 2016, αμέσως μετά το δημοψήφισμα των Βρετανών για την αποχώρηση από την ΕΕ. «Μέσα σε όλο αυτόν τον θόρυβο στο Γουέστμινστερ, ο τελευταίος δείκτης Markit/CIPS PMI καθιστά σαφές ότι η οικονομία πλήττεται σοβαρά», ανέφερε ο οικονομολόγος της ING Τζέιμς Σμιθ σε σημείωμά του.
Η βρετανική οικονομία είναι υποτονική μετά το δημοψήφισμα του Brexit το 2016 και κατέγραψε τον ασθενέστερο ρυθμό ανάπτυξης τα τελευταία έξι χρόνια το 2018, αν και η ανεργία μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 40 και πλέον ετών. Η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας επίσης επηρέασε την ανάπτυξη. Ωστόσο, έως τώρα λίγες έρευνες δείχνουν άμεσα συρρίκνωση της πέμπτης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου.
Η Βρετανία αναμενόταν να αποχωρήσει από την ΕΕ στις 29 Μαρτίου, αλλά το κοινοβούλιο κατ’ επανάληψη τάχθηκε κατά της συμφωνίας του Brexit που είχε διαπραγματευθεί η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι με τις Βρυξέλλες. «Υπήρχαν εκτεταμένες αναφορές ότι η εγχώρια πολιτική αβεβαιότητα έχει περιορίσει τη ζήτηση τον Μάρτιο, με τους πελάτες να ευελπιστούν σε σαφήνεια για το αποτέλεσμα του Brexit πριν δεσμευθούν σε νέα έργα», ανέφερε η IHS Markit.
Η στερλίνα υποχώρησε μετά την ανακοίνωση των στοιχείων, στο 1,3156 δολάριο από το 1,3175 δολάριο νωρίτερα, αλλά γρήγορα ανέκτησε τις απώλειες καθώς οι traders επικεντρώθηκαν στην έκβαση των επικείμενων συνομιλιών μεταξύ της Μέι και του ηγέτη των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν. Ο ευρύτερος δείκτης PMI που ανακοινώθηκε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα-περιλαμβάνοντας στοιχεία για τη μεταποίηση και τις κατασκευές – επίσης υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2016. Γλίτωσε την συρρίκνωση μόνο επειδή οι εταιρίες αγόρασαν περισσότερες πρώτες ύλες για να προετοιμαστούν για ένα πιθανόν άτακτο Brexit. «Μια στασιμότητα της οικονομίας το πρώτο τρίμηνο… πιθανόν θα μετατραπεί σε μια καθοδική πορεία το δεύτερο τρίμηνο εκτός κι αν τονωθεί ξαφνικά η ζήτηση, το οποίο, δεδομένης της πρόσφατης κλιμάκωσης της αβεβαιότητας για το Brexit, φαίνεται εξαιρετικά απίθανο», ανέφερε η IHS Markit.
Ωστόσο κάποιοι οικονομολόγοι επεσήμαναν ότι οι δείκτες PMIs στο παρελθόν έτειναν να είναι πολύ υποτονικοί σε περιόδους έντονης οικονομικής αβεβαιότητας. «Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ πιθανόν κρατιέται λίγο καλύτερα από αυτό που υποδηλώνουν οι δείκτες PMI», σύμφωνα με τον Σάμιουελ Τουμς στην Pantheon Macroeconomics. Αντίθετα με το 2016, όταν η ζήτηση ανέκαμψε γρήγορα ύστερα από το αρχικό σοκ από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, οι βρετανικές επιχειρήσεις αναφέρουν τώρα μείωση των παραγγελιών για τους τρεις προηγούμενους μήνες, το μεγαλύτερο τέτοιο σερί από το αποκορύφωμα της κρίσης του 2009.
Σε μια εξέλιξη που πιθανόν να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη αυτό τον μήνα, οι αυτοκινητοβιομηχανίες BMW και Peugeot ανακοίνωσαν νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι η καθυστέρηση της Μέι στο Brexit γίνεται πολύ αργά για να μπορέσουν οι ίδιες να ακυρώσουν την προσωρινή παύση εργασιών στα εργοστάσιά τους στη Βρετανία, τις οποίες είχαν σχεδιάσει λόγω των φόβων για ελλείψεις σε εξαρτήματα αυτοκινήτων μετά το Brexit.
Ο Σμιθ από την ING κατέδειξε και άλλες αβεβαιότητες, συμπεριλαμβανομένης μιας ακόμα παράταση της ημερομηνίας του Brexit. «Ενώ αυτό θα έδωσε στις εταιρίες μια προσωρινή ανάσα από τον κίνδυνο ‘μη συμφωνίας’, εκτιμούμε ότι οι εταιρίες θα συνεχίσουν την προετοιμασία τους για αυτό το σενάριο», δήλωσε. «Όλα αυτά κοστίζουν, και νομίζουμε ότι στο σενάριο μιας μακράς παράτασης, η ανάπτυξη θα συνεχίσει να υφίσταται πλήγμα».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ