Η Grant Thornton αναφέρει στη στήλη της «Φοροδοξίες», πως με την προαναγγελθείσα μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων στο 24% θα πρέπει να βγουν από τη λίστα των προνομιακών καθεστώτων τόσο η Κύπρος όσο και η Ιρλανδία. Ως προνομιακά φορολογικά καθεστώτα ορίζονται όσες χώρες έχουν συντελεστή φορολογίας ίσο ή μικρότερο από το μισό του συντελεστή φορολογίας νομικών προσώπων που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, συνεπώς η μείωση του συντελεστή θα επηρεάσει και την λίστα αυτή. Ο ορισμός των κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς έχει επιπτώσεις σε μία σειρά από διατάξεις όπως σχετικά με την έκπτωση των δαπανών και τις ελεγχόμενες αλλοδαπές επιχειρήσεις.
Όταν ένα και μόνο μέλος Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνει αμοιβή από τα κέρδη ανώνυμης εταιρείας, η σχετική παροχή δύναται να θεωρηθεί ως εν μέρει δωρεά και να επιβληθεί ο αναλογών φόρος. Έχει κριθεί σχετικώς ότι οποιαδήποτε παροχή του εργοδότη προς τον εργαζόμενο άνευ νομίμου υποχρέωσης ή πέραν των ορίων αυτής μπορεί να χαρακτηριστεί από την αρμόδια φορολογική Αρχή ως υποκρυπτόμενη δωρεά μετά και από στάθμιση συγκεκριμένων δεδομένων (π.χ. μεγάλη δυσαναλογία μισθού προς παροχή, μέγεθος κερδών επιχείρησης κλπ). (ΠΟΛ 1237/1999). Επομένως, μπορεί να θεωρηθεί ως δωρεά η παραπάνω παροχή προς το μέλος ΔΣ, κατά το μέτρο που υπερβαίνει το ποσό που θα του διδόταν εάν ελάμβανε χώρα ισομερής κατανομή του ποσού των διανεμόμενων κερδών. Θεωρούμε πάντως ότι ο χειρισμός αυτός δεν συνάδει με τους σύγχρονους κανόνες φορολογίας.
Eισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα που αποκτούν αλλοδαπά trusts από την Ελλάδα υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου 10%, 15% και 20% αντίστοιχα. Με την φορολόγηση αυτή επέρχεται εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, στο βαθμό που οι αλλοδαπές οντότητες δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Όσον αφορά στα εισοδήματα από ακίνητη περιουσία που αποκτούν οι οντότητες αυτές στην Ελλάδα, θεωρούνται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογούνται με συντελεστή 28%. Τα παραπάνω έχουν εφαρμογή με την επιφύλαξη των ευνοϊκότερων ρυθμίσεων των Συμβάσεων Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.
Φορολογούνται ως μερίσματα οι διανομές κερδών προς τους ιδρυτές – δικαιούχους των αλλοδαπών trusts. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση που οι καταβολές από τα αλλοδαπά trusts γίνονται προς πρόσωπα που έχουν εισφέρει δικά τους κεφάλαια προς τις οντότητες αυτές, διότι μόνο στην περίπτωση αυτή πληρείται η έννοια του μερίσματος. Σε διαφορετική περίπτωση, όταν δηλαδή οι διανομές γίνονται προς πρόσωπα διαφορετικά από αυτά που έχουν εισφέρει κεφάλαια στις εν λόγω οντότητες (δηλαδή σε τρίτα ωφελούμενα πρόσωπα), έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί φορολογίας κληρονομιών ή δωρεών. Επίσης και στην περίπτωση αυτή εφαρμογής τυγχάνουν οι διατάξεις περί ελεγχόμενων αλλοδαπών εταιρειών που αφορούν στη συμπερίληψη στο φορολογητέο εισόδημα του ιδρυτή και δικαιούχου του trust που έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα, του μη διανεμηθέντος εισοδήματος της αλλοδαπής οντότητας.
Αποτελεί πλεονέκτημα της νομικής μορφής του αλλοδαπού trust το γεγονός ότι δεν αποτελεί τεκμήριο η εισφορά κεφαλαίων σε αυτό. Κατά κανόνα η συμμετοχή στο κεφάλαιο εταιρειών αποτελεί τεκμήριο δαπάνης για τον Έλληνα φορολογούμενο. Σημειωτέον επίσης ότι σε περίπτωση μεταβίβασης λόγω κληρονομικής διαδοχής ή δωρεάς ακινήτων που βρίσκονται στην αλλοδαπή που έχουν εισφερθεί σε αλλοδαπό trust, δεν επιβάλλεται ελληνικός φόρος.
Κενό στο νόμο των ανωνύμων εταιρειών προκύπτει ως προς την τύχη των ανωνύμων μετοχών, οι κάτοχοι των οποίων δεν θα έχουν αναγγελθεί, στο πλαίσιο της υποχρεωτικής ονομαστικοποίησης των μετοχών μέχρι την 1.1.2020, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις (α. 184 ν. 4548/2018). Συγκεκριμένα, οι μέτοχοι αυτοί δεν θα μπορούν να ασκήσουν τα μετοχικά τους δικαιώματα ούτε και να μεταβιβάσουν τις μετοχές τους. Με λίγα λόγια, με την ρύθμιση αυτή, οι μη αναγγελθέντες μέτοχοι δεν θα είναι σε θέση να αξιοποιήσουν τα επενδεδυμένα κεφάλαια, ενώ απαξιώνονται τα μετοχικά τους δικαιώματα. Μια λύση θα ήταν ίσως να προβλέπεται ότι θα επιστρέφεται στους συγκεκριμένους μετόχους η εισφορά τους με ακύρωση των μετοχών τους μέσω μείωσης κεφαλαίου.