Σύμφωνα με τη Grant Thornton, η απαλλαγή από τον φόρο της υπεραξίας που προκύπτει από την μεταβίβαση τίτλων συμμετοχής από 01/01/2020: Η υπό προϋποθέσεις απαλλαγή από το φόρο της υπεραξίας που προκύπτει από τη μεταβίβαση τίτλων συμμετοχής σε νομικό πρόσωπο είναι στην απολύτως σωστή κατεύθυνση για την προώθηση της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Σχεδόν όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες έχουν εδώ και χρόνια θεσπίσει αντίστοιχη απαλλαγή. Παρ’ όλα αυτά, η μίξη προϋποθέσεων που θέλει να επιλέξει η Ελλάδα για τη χορήγηση της απαλλαγής φαίνεται να ευνοεί τους έχοντες υψηλή συμμετοχή σε εταιρικά σχήματα.
Συγκεκριμένα, η προϋπόθεση της τουλάχιστον 10% συμμετοχής στο νομικό πρόσωπο του οποίου οι μετοχές μεταβιβάζονται, αφήνει εκτός ρύθμισης τους μικρομετόχους. Αυτό προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι η διακράτηση του ποσοστού συμμετοχής για μια τριετία αποτρέπει οποιεσδήποτε καταχρηστικές πρακτικές από την πλευρά των φορολογουμένων. Πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, η Κύπρος, η Ουγγαρία και άλλες δεν προϋποθέτουν τη διακράτηση ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής για τη χορήγηση της απαλλαγής. Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό, πώς θα φαινόταν αν χορηγούνταν απαλλαγή από το φόρο υπεραξίας από μεταβίβαση ακινήτων μόνο σε ακίνητα των οποίων η αξία είναι ανώτερη των 200 χιλ. Ευρώ ή σε ακίνητα μεγαλύτερα των 120 τετραγωνικών μέτρων; Θεωρούμε, λοιπόν, πιο ισοβαρή για την κοινωνία και τους φορολογούμενους τη διαγραφή της προϋπόθεσης κατοχής ελάχιστου ποσοστού 10% για τη χορήγηση της απαλλαγής αυτής.
H κατ’ αποκοπή φορολόγηση για φυσικά πρόσωπα υψηλού πλούτου που μετοικούν στην Ελλάδα: Το ειδικό καθεστώς του διαμένοντος μη κατοίκου (non-domiciled resident), έτσι όπως εισάγεται αυτήν τη στιγμή, πριν ολοκληρωθεί η τελική διαμόρφωσή του, δυστυχώς δεν απευθύνεται σε επιχειρηματίες που θα ήθελαν να μεταφέρουν την άσκηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους στην Ελλάδα. Πρόκειται για τη δυνατότητα μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας ενός φυσικού προσώπου κατοίκου αλλοδαπής στην Ελλάδα, εφόσον αυτός επενδύει ένα σημαντικό ποσό στη χώρα: με την καταβολή ενός εφάπαξ ποσού το χρόνο, απαλλάσσεται από φόρο για εισοδήματα αλλοδαπής πηγής. Η «άσκηση καθημερινής διοίκησης» ή η «λήψη στρατηγικών αποφάσεων» για αλλοδαπές επιχειρήσεις στην Ελλάδα θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη φορολογική κατοικία των αλλοδαπών εταιρειών.
Έτσι, το συγκεκριμένο πρόγραμμα, ενώ αποτελεί μια σημαντικότατη καινοτομία του νέου φορολογικού νομοσχεδίου, θα μπορούσε να προσελκύσει μόνο συνταξιούχους και όχι επιχειρηματίες με ενεργή επιχειρηματική δράση. Διότι, πώς θα μπορούσε ένας κάτοικος αλλοδαπής υψηλού πλούτου, αλλά ενεργός επιχειρηματίας, να διακινδυνεύσει να καταστήσει τις εταιρείες του στο εξωτερικό φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας; Αναμένουμε την ορθή τελική διαμόρφωση του εξαιρετικού καινοτόμου αυτού φορολογικού καθεστώτος.
Ο Ειδικός Φόρος Ακινήτων: Μικρής κλίμακας παρέμβαση σημειώθηκε στον Ειδικό Φόρο Ακινήτων (15%). Αποσαφηνίσθηκαν κάποιες απαλλαγές που αφορούν εταιρείες εισηγμένες, ή επενδυτικά ταμεία και αμοιβαία κεφάλαια. Φαίνεται όμως πως δεν αξιολογήθηκε το διοικητικό κόστος που επιφέρει ο συγκεκριμένος φόρος, ούτε οι έντονα αρνητικές εντυπώσεις που δημιουργεί ως προς την επένδυση σε ακίνητη περιουσία.
Δεδομένου ότι πρωταρχικός σκοπός του νόμου δεν ήταν η είσπραξη φορολογικών εσόδων αλλά η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, θεωρούμε ότι η διατήρηση της συγκεκριμένης νομοθεσίας, ειδικά με τόσο υψηλό συντελεστή, αποτρέπει μεγάλο αριθμό υποψηφίων επενδυτών από την αγορά ελληνικών ακινήτων. Εξάλλου, η αξιοποίηση του μητρώου πραγματικών δικαιούχων που ήδη τηρείται στη ΓΓΠΣ αναδεικνύει τη διατήρηση του φόρου αυτού παντελώς ατελέσφορη.
Οι παροχές σε είδος: Οι παρεμβάσεις είναι μάλλον περιορισμένου βεληνεκούς, εισάγοντας εξαίρεση από το εισόδημα μισθωτής εργασίας για την αποζημίωση για αγορά καρτών απεριορίστων διαδρομών μέσων μεταφοράς και για την παραχώρηση αυτοκινήτων χαμηλών ρύπων.
Τα δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών (stock options): Έτσι όπως παραμένουν τα πράγματα, δεν υφίσταται κανένα πρακτικό κίνητρο για την παροχή stock options προς εργαζομένους, παρά τα πολλαπλασιαστικά οφέλη που θα μπορούσαν να έχουν παρόμοια προγράμματα για την οικονομία. Ο θεσμός των δικαιωμάτων προαίρεσης αγοράς μετοχών (stock options) έχει αποτύχει, κατά το παρελθόν, στην Ελλάδα.
Κύριος λόγος, η πλήρης φορολόγηση του οφέλους του εργαζομένου ως μισθού, όταν αυτός ασκήσει το δικαίωμα προαίρεσης και αγοράσει τις μετοχές σε χαμηλότερη αξία και όχι όταν τις πουλήσει αργότερα, οπότε και αποκτά την πραγματική ωφέλεια. Αν τουλάχιστον δεν μετατεθεί χρονικά η φορολόγησή τους όταν πουληθούν οι μετοχές, με τους ισχύοντες φορολογικούς συντελεστές, τότε ο θεσμός ουσιαστικά δεν παρέχει κίνητρο και ανταμοιβή για τον εργαζόμενο. Γενικότερα, οι παροχές σε είδος και ιδιαίτερα τα κίνητρα συμμετοχής στα κέρδη αυξάνουν την παραγωγικότητα των εργαζομένων, τονώνουν το αίσθημα ανταμοιβής και το δείκτη ικανοποίησης των εργαζομένων και για αυτόν το λόγο η υπερφορολόγησή τους αποτελεί αντικίνητρο για τη διάθεσή τους στο προσωπικό. Ευελπιστούμε στην εν καιρώ «αποκατάσταση» του θεσμού αυτού.