Το χάσμα πλούτου μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών έχει διευρυνθεί ξανά, όπως προκύπτει από την 11η έκδοση του “Global Wealth Report”, της Allianz που παρουσιάστηκε σήμερα.
Η έκδοση βάζει στο μικροσκόπιο την κατάσταση του ενεργητικού και του χρέους των νοικοκυριών σε σχεδόν 60 χώρες και μεταξύ των συμπερασμάτων είναι ότι το 2019, τα ακαθάριστα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αυξήθηκαν κατά 9,7% και έφτασαν τα 192 τρισεκατομμύρια ευρώ, ενώ παρά την κρίση, τα παγκόσμια χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αυξήθηκαν κατά 1,5% το πρώτο εξάμηνο του 2020, λόγω των ταχέως αυξανόμενων τραπεζικών καταθέσεων.
Στην Ελλάδα εντοπιζόταν ισχυρή ανάκαμψη αλλά παρέμεινε στην 30η θέση στην κατάταξη των 20 πλουσιότερων χωρών.
Τα αποτελέσματα της έρευνας για την Ελλάδα: μείωση 21% του πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών
Τα ακαθάριστα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 8,8% το 2019, έχοντας μειωθεί κατά 6,9% το προηγούμενο έτος, καταγράφοντας έτσι την ταχύτερη αύξηση σε έξι χρόνια. Η κύρια αιτία αυτής της ισχυρής απόδοσης βρίσκεται στην κατηγορία περιουσιακών στοιχείων των τίτλων που σημείωσαν άνοδο της τάξης του 33,4%, χάρη στην άνθηση των χρηματιστηρίων. Ένα άλλο φωτεινό σημείο ήταν η ασφάλιση και οι συντάξεις που αυξήθηκαν κατά 13,5%, σημειώνοντας την υψηλότερη ανάπτυξη από την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση. Οι τραπεζικές καταθέσεις, από την άλλη πλευρά, μειώθηκαν κατά 1,9%, για πέμπτο συνεχές έτος.
Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στο δείγμα, όπου οι τραπεζικές καταθέσεις έχουν μειωθεί την τελευταία δεκαετία, όχι οριακά αλλά κατά 26%, αποκαλύπτοντας τη σοβαρότητα της κρίσης και τις δυσκολίες των ελληνικών νοικοκυριών να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Ωστόσο, η κατηγορία αυτή περιουσιακών στοιχείων παραμένει η πιο δημοφιλής μεταξύ των Ελλήνων αποταμιευτών με μερίδιο χαρτοφυλακίου 58,2%, συγκριτικά με τους τίτλους, ιδιαίτερα των ασφαλίσεων και των συντάξεων με ποσοστά της τάξης του 34,0% και του 4,7%, αντίστοιχα.
Μετά από ένα χρόνο ανάπτυξης (+ 2,0% το 2018), οι υποχρεώσεις συνέχισαν να μειώνονται το 2019, κατά 5,2%. Το συνολικό χρέος έχει μειωθεί κατά 29% μετά το ανώτατο επίπεδό του το 2010 – στην πραγματικότητα, η Ελλάδα, είναι μια από τις λίγες χώρες στην Ευρώπη (μαζί με την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιρλανδία) που μείωσε το συνολικό χρέος – το κατά κεφαλήν χρέος μειώθηκε κατά περίπου 3.800 ευρώ και ο δείκτης χρέους (υποχρεώσεις ως % του ΑΕΠ) μειώθηκε κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες. Με 58% στο τέλος του 2019, είναι τώρα πολύ κάτω από τον περιφερειακό μέσο όρο του 75% και σχεδόν ισοδύναμος με τον δείκτη χρέους των φειδωλών γερμανικών νοικοκυριών.
Τέλος, τα καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αυξήθηκαν κατά 20,9%. Με καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία κατά κεφαλήν της τάξης των 15.360 ευρώ, η Ελλάδα παρέμεινε στην 30η θέση στην κατάταξη των 20 πλουσιότερων χωρών. Ένα άλλο μοναδικό, αλλά λυπηρό ρεκόρ για την Ελλάδα:
Είναι η μόνη χώρα, όπου τα καθαρά κατά κεφαλήν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία σήμερα είναι, σε ονομαστικούς όρους, κάτω από το επίπεδο που κατεγράφετο πριν από τη Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση (GFC): κατά μέσο όρο, τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν χάσει το 21% του πλούτου τους, ή διαφορετικά 4.100 ευρώ.