Την κινητικότητα που επικρατεί στην παραγωγή νέων έργων καθώς και την επερχόμενη γενιά projects, αποτυπώνει η PwC στην ετήσια έκθεση που δημοσίευσε αναφορικά με τις υποδομές της Ελλάδας.
Ένα αξιοσημείωτο συμπέρασμα που συνάγεται από τα ποσοτικά στοιχεία της έκθεσης είναι πως στον τομέα της Ενέργειας το ανεκτέλεστο των έργων (pipeline) ανέρχεται σε 10,6 δισ. ευρώ, σε σύνολο 88 έργων που συνυπολογίζονται, συνολικού κόστους 25 δισ. ευρώ, προσπερνώντας ακόμη και τα «παραδοσιακά» πεδία στα οποία η χώρα έδινε διαχρονικά ιδιαίτερη βαρύτητα, δηλαδή τους Σιδηρόδρομους και τους Αυτοκινητόδρομους, εξέλιξη που οφείλεται βέβαια κατά βάση στο ότι πλέον η Ελλάδα έχει συμπληρώσει τον «σκληρό πυρήνα» αυτών των υποδομών, με την αποπεράτωση των βασικών δικτύων.
Αυτό που προκύπτει λοιπόν είναι πως την επόμενη μέρα οι προτεραιότητες για την ανάπτυξη σημαντικών υποδομών στη χώρα επαναπροσδιορίζονται και αυτό που αναδεικνύεται πλέον σε μία από τις κεντρικές στοχεύσεις είναι ο εκσυγχρονισμός και η συμπλήρωση των ενεργειακών υποδομών, στις οποίες η Ελλάδα έχει να καλύψει αρκετό έδαφος και δύναται να προσελκύσει σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον.
Είναι γεγονός ότι η χώρα επί μακρόν δεν είχε θέσει ψηλά στην ατζέντα τα ενεργειακά έργα, ειδικότερα ελλείψει άλλων υποδομών που ήταν πιο άμεσα αναγκαίες στην καθημερινότητα των πολιτών (βλ. αυτοκινητόδρομους ή αεροδρόμια). Ωστόσο με την πάροδο του χρόνου και με την διαμόρφωση μιας ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας, μεταξύ άλλων, για στροφή στην πράσινη ενέργεια, την απανθρακοποίηση, και την υιοθέτηση απαιτητικών στόχων για την επίτευξη χαμηλών εκπομπών ρύπων, με άμεση επίπτωση στην οικονομία και τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας, όλα αυτά έμελλε να εξεταστούν εκ νέου και να αποκτήσουν κεντρικό ρόλο στο σχεδιασμό των υποδομών του αύριο.
Η τεχνολογία είναι σαφώς καθοριστική στην ωρίμανση των παραπάνω συνθηκών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις του ηπειρωτικού συστήματος μεταφοράς ενέργειας με τα νησιά και -στις αρχές της επόμενης δεκαετίας- με την Κύπρο και το Ισραήλ. Οι νησιωτικές διασυνδέσεις αποτελούσαν με το ΕΣΜΗΕ αποτελούσαν ήδη από τη δεκαετία του 1970 αντικείμενο μελετών και συζήτησης, αντιμετωπίζονταν όμως ως έργα υπέρογκου κόστους και εξαιρετικών τεχνικών προκλήσεων.
Σήμερα, οι δυνατότητες αίρουν πρακτικά κάθε περιορισμό, επιτρέποντας την υλοποίηση στρατηγικών έργων υψηλής τεχνικής δυσκολίας, τα οποία με τη σειρά τους θα επιτρέψουν τη διείσδυση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε μέχρι πρότινος απομονωμένα ενεργειακά συστήματα, όπως τα νησιά των Κυκλάδων και, σύντομα, την Κρήτη, δημιουργώντας έτσι ένα θετικό κλίμα που ευνοεί τις επενδύσεις, τονώνοντας τελικά την οικονομία συνολικά.
Τα έργα
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η PwC, από το ανεκτέλεστο των 10,6 δισ. ευρώ, τα 4,26 δισ. (περίπου το 40%) αφορούν διασυνδέσεις (π.χ. TAP, IGB, EuroAsia, Ariadne, LNG), ενώ 4 δισ. ευρώ (περ. 38%) την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (αιολικά πάρκα, σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κ.ά.). Μόνο τα έργα των διασυνδέσεων φυσικού αερίου έχουν κόστος 1,21 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τα δεδομένα της έρευνας, το μέσο κόστος εγκατάστασης ανά MW ανέρχεται σε περίπου 1,1 εκατ. ευρώ.
Σχεδόν τα μισά από τα ενεργειακά projects δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη ενώ για 6 από αυτά, δεν έχουν ανακοινωθεί οι χρόνοι εκκίνησης αλλά και ολοκλήρωσής τους.
Η γεωγραφική διασπορά των έργων είναι επίσης αξιοσημείωτη, με το νέο ενεργειακό hub ωστόσο να διαμορφώνεται στην Ελλάδα με την ανάπτυξη των κρίσιμων υποδομών φυσικού αερίου (TAP, IGB, FSRU Αλεξανδρούπολης και μελλοντικά ο αγωγός Poseidon).
Στη Νότια Ελλάδα και τα νησιά οι διασυνδέσεις ξεχωρίζουν ενώ η παρουσία των έργων ΑΠΕ είναι πρακτικά ορατή παντού με κάποιες Περιφέρειες της χώρας να ξεχωρίζουν, όπως η Στερεά Ελλάδα, η Πελοπόννησος, η Δυτική Ελλάδα και η Κρήτη.
Στο σύνολο των επενδύσεων για υποδομές ηλεκτροπαραγωγής, ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ, το 67% αφορά έργα ΑΠΕ και το υπόλοιπο 33% λιγνιτικά με τη μερίδα του λέοντος να φυσικά να καταλαμβάνει η Πτολεμαΐδα V, η οποία βρίσκεται σε κατασκευή.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα έργα Ενέργειας αναδεικνύονται σε νέους πρωταγωνιστές όσον αφορά τις υποδομές, δεδομένης και της καθοριστικής τους σημασίας. Σε αυτά, δεν θα λείψουν φυσικά και έργα αναβάθμισης των δικτύων μεταφοράς και διανομής, καθώς και έργα αποθήκευσης ενέργειας, τα οποία θα επιτρέψουν την έξυπνη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων.
Όπως προβλέπει άλλωστε το ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) για τον ενεργειακό μετασχηματισμό της χώρας με ορίζοντα το 2030, αναμένεται προσέλκυση επενδύσεων στην Ενέργεια που θα αγγίξει το ιλιγγιώδες ποσό των 32 δισ. ευρώ, γεγονός που δείχνει τη δυναμική που έχει και θα διατηρήσει ο κλάδος σε βάθος πλέον των 10 ετών.
Πηγή: Φίλιππος Παναγόπουλος-ypodomes.com