Άγγιξε τα 345 εκατ. ευρώ η αξία των επενδύσεων της Premia Properties το 2024 ενώ ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα κατέγραψε η εταιρεία για το Α’ εξάμηνο της χρονιάς.
Συγκεκριμένα, καταγράφηκε αύξηση εσόδων κατά 7% και αύξηση λειτουργικής κερδοφορίας (Adjusted EBITDA) κατά 10%, σε ενοποιημένη βάση, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο 2023.
Τα Funds from Operations (FFO) διαμορφώθηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα, μειωμένα κατά € 0,9εκ. σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο 2023, επηρεαζόμενα κυρίως από τα υψηλότερα χρηματοοικονομικά έξοδα.
Τα κέρδη προ φόρων διαμορφώθηκαν σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα αυξημένα κατά € 13,1 εκ. σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο 2023, επηρεαζόμενα κυρίως από τις υψηλότερες αναπροσαρμογές επενδύσεων σε εύλογη αξία.
Σχετικά με το χαρτοφυλάκιο ακινήτων της εταιρείας, 55 ακίνητα και περ. 390 χιλιάδες τ.μ. κτιρίων βρίσκονται υπό διαχείριση από τον Όμιλο με τη συνολική αξία επενδύσεων να διαμορφώνεται σε € 344,7 εκατ., αυξημένη κατά 12% σε σχέση με το τέλος του 2023.
Άλλα σημαντικά γεγονότα και ενέργειας κατά τη διάρκεια του Α’ εξαμήνου 2024 είναι τα εξής:
Παράδοση σημαντικών έργων τα οποία σταδιακά θα ενισχύσουν τις οικονομικές επιδόσεις του Ομίλου
Πρόκειται για τη μετατροπή του εμπορικού κέντρου Athens Heart στον Ταύρο σε πράσινο συγκρότημα γραφείων το οποίο στεγάζει τις κεντρικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ καθώς και τη μετατροπή του ακινήτου στην Ξάνθη σε σύγχρονη φοιτητική εστία η οποία είναι σε λειτουργία.
Ενεργητική διαχείριση χαρτοφυλακίου
Προσθήκη νέων ακινήτων αλλά και επιλεκτικές πωλήσεις με σημαντικά κέρδη. Συγκεκριμένα, η Εταιρεία προέβη σε πώληση ακινήτου στην Κατερίνη έναντι €2,5 εκατ., υπέγραψε προσύμφωνο για την πώληση δύο οικοπέδων στην Πάρο έναντι € 600 χιλ., ενώ το Σεπτέμβριο προέβη σε πώληση ακινήτου στη Σαντορίνη έναντι € 6,5 εκατ.
Στρατηγικές συνεργασίες με εγνωσμένου κύρους συνεταίρους και συμμετοχή σε σημαντικές συναλλαγές.
Η Premia τον Ιανουάριο του 2024 υπέγραψε στρατηγική συνεργασία με την ΤΕΜΕΣ Α.Ε. στον κλάδο των οινοποιιών και τον Ιούλιο ανέλαβε την πλήρη κάλυψη αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ύψους €4,1 εκατ. της εταιρείας Navarino Vineyards A.E., στην οποία αποκτά συμμετοχή 50%, ενώ η ΤΕΜΕΣ ΑΕ θα συμμετέχει με το υπόλοιπο 50%.
Τον Ιούλιο του 2024, η PREMIA προχώρησε στην πρώτη της επένδυση στον τουριστικό κλάδο μέσω συμφωνίας sale and leaseback με τον όμιλο Nordic Leisure Travel Group (“NLTG”) που αφορά δύο ξενοδοχεία 4-αστέρων σε Ρόδο και Κρήτη συνολικής δυναμικότητας 800 κλειδιών, τα οποία ο όμιλος NLTG θα συνεχίσει να λειτουργεί μέσω μακροχρόνιας συμφωνίας μίσθωσης, με εκτιμώμενο ορίζοντα ολοκλήρωσης έως το τέλος του έτους.
Η στρατηγική συνεργασία με τον όμιλο NLTG ενισχύεται με τη συμφωνία για συμμετοχή του σε μελλοντική αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της PREMIA.
Τέλος, η PREMIA συμμετέχει σε μια από τις μεγαλύτερες συναλλαγές ακινήτων των τελευταίων ετών στην Ελληνική αγορά (Project Skyline) η ολοκλήρωση της οποίας αναμένεται εντός του έτους.
Η στόχευση της Premia έως τέλος του 2024
Η Εταιρεία παραμένει επικεντρωμένη σε κλάδους στους οποίους μεσοπρόθεσμα οι προσδοκίες παραμένουν θετικές, όπως τα logistics και τα εξυπηρετούμενα διαμερίσματα (φοιτητικές κατοικίες), ενώ παράλληλα εισέρχεται επιλεκτικά σε νέους κλάδους οι οποίοι εκτιμάται ότι έχουν ζήτηση και προοπτικές ανάπτυξης όπως τα πράσινα γραφεία και τα ξενοδοχεία.
Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται επίσης στην αποτελεσματική διαχείριση των υποχρεώσεων της Εταιρείας και στην εξασφάλιση της απαραίτητης χρηματοδότησης με ανταγωνιστικούς όρους, αξιοποιώντας όλα τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως χρηματοδοτήσεις στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η Premia Properties προσβλέπει στη συνέχιση της αναπτυξιακής της πορείας το B’ εξάμηνο 2024 βασιζόμενη στην ολοκλήρωση σημαντικών επενδύσεων εντός του 2024 οι οποίες σταδιακά θα ενισχύσουν τις οικονομικές της επιδόσεις καθώς και σε βασικά χαρακτηριστικά που διαθέτει (30.6.2024):
– Μικτή απόδοση των ακινήτων εισοδήματος (gross yield) 7,2%
– Μέση σταθμισμένη διάρκεια μισθώσεων ακινήτων (WALT) 8,4 έτη
– Καθαρός συντελεστής μόχλευσης (Net LTV) 52,1%,
– Μέση σταθμισμένη διάρκεια δανείων 7,3 έτη και ανθεκτικότητα έναντι μελλοντικών αυξήσεων επιτοκίων με περίπου το 55% του υφιστάμενου δανεισμού να διαθέτει σταθερό επιτόκιο.